Σάββατο 27 Απριλίου 2024

π. Ν. Λουδοβίκος: για την αειπαρθενία της Παναγίας

 

Απομαγνητοφώνηση αποσπασμάτων της ομιλίας του π.Ν. Λουδοβίκου

Για την αειπαρθενία της Παναγίας


14:06
Να πάμε λοιπόν τώρα στο θέμα της Παναγίας. Ξέρετε τι είναι η Παναγία; Η Παναγία είναι η ύψιστη και αδιανόητη ανιδιοτέλεια. Αυτό είναι το μεγάλο λάθος που κάνουν οι Προτεστάντες. Δεν καταλαβαίνουν ότι η Παναγία είναι μια φοβερή προσωπικότητα. Γι’ αυτό ο Θεός συνεργεί μαζί της.[ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ.ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΛΛΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΤΗΣ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΔΙΟΤΙ ΤΟΥ ΔΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΔΙΑΤΑΖΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΜΙΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ,MISSION, ΕΠΙΝΟΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΙΡΕΣΗ] Δε συνεργεί επειδή διαλέγει ένα ποτήρι, να βάλει μέσα νερό, όπως νομίζουν αυτοί, μέρος εκλογής, αναντίστατης, έλα εδώ παιδάκι μου εσύ, πόσο χρονών είσαι, δεκαέξι. Θα κάνεις τούτο και κείνο. Όχι, γιατί αυτά δε γίνονται. Δε γίνονται γιατί δε θα είχε νόημα να γίνουνε, και είναι ανάξια του Θεού. Ο Θεός έκανε προσπάθεια να συνεργαστεί[ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ;] και με τον Πλάτωνα, και με τον Αριστοτέλη, και με τον Ηράκλειτο, και με το Βούδα, με όλους έκανε προσπάθεια. Αλλά όλοι αυτοί τελικά παρέπεμπαν στον εαυτό τους, καταλάβατε. Τελικά τη λύση την είχαν αυτοί. Η Παναγία δεν είχε καθόλου λύσεις να προτείνει, και επίσης, προσπαθώ να σας περιγράψω κάτι που δεν περιγράφεται εύκολα. Η Παναγία είναι ένα συγκλονιστικό άνοιγμα στο υπέρτατο, για το οποίο, για την ανταπόκριση του οποίου, για να’ ναι κανείς βέβαιος, πρέπει να έχει μια τρομακτική αγνότητα. Αυτό που ζητάει είναι τόσο πολύ μεγάλο, που πρέπει να έχει κανείς μια τρομακτική καθαρότητα, για να το κάνει, και μια τρομακτική ανιδιοτέλεια. Δηλαδή έχει παραιτηθεί τελείως απ’ τον εαυτό Της. Τελείως, τελείως, τελείως, μπαίνοντας στον ναό, αυτό το εξαίσιο πλάσμα. Είμαι τεράστιος θαυμαστής[ΚΡΙΜΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΑΥΤΟΓΡΑΦΟ], να με συγχωρήσετε, ότι και να πω είναι πολύ λίγο. Μπαίνοντας στον ναό, δεν έχει τίποτα να ζητήσει, απ’ το Θεό για λογαριασμό της, τίποτα. Απολύτως τίποτα. Είναι ευτυχισμένη να κάθεται εκεί και να βλέπει και να αισθάνεται το υπέρτατο, αυτό. Και αισθάνεται ήδη τρομακτικά ευεργετημένη, και αισθάνεται ότι τα έχει όλα, και δεν τολμάει, δε διανοείται να ζητήσει κάτι, τίποτε απολύτως.[ΝΙΡΒΑΝΑ] Και τι γίνεται τότε. Βλέπει τον κόσμο που έρχεται, και μπαίνει στο ναό, και κάνει την προσευχή του φωναχτά, και προσφέρει θυσίες, και εκεί βλέπει, τι βλέπει; Αυτό που βλέπουμε και εμείς σήμερα, την τεράστια δυστυχία, το αλαλούμ της ανθρώπινης ζωής. Πονεμένοι, τραυματισμένοι, τσακισμένοι, χαμένοι, δυστυχισμένοι, καταθλιμμένοι, ταλαιπωρημένοι, πως παν οι άνθρωποι στο Θεό; Ε, όλοι αυτοί είναι εκεί. Και φωνάζουν και βοούν. Και η Παναγία, ζώντας τη δική της υπέρτατη ευτυχία, και βλέποντας την απέραντη συμφορά, κατασυγκινείται, αλλά. Αυτή είναι η λεπτή διαφορά μεταξύ της Παναγίας και του Βούδα. Ο Βούδας όταν είδε το κακό, είπε τέρμα. Το κακό εγώ θα το καταργήσω. Εγώ. Πως θα το καταργήσω; Θα το καταργήσω σταματώντας την επιθυμία. Διότι η επιθυμία είναι το κακό[ΠΑΡΑ ΤΟΝ ΟΓΚΟ ΤΟΥ ΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΜΑΤΑ ΕΙΣ ΥΨΟΣ[. Άρα, νεκρώνουμε την επιθυμία, εντελώς, πέσαμε θύματα (δεν ακούγεται καθαρά), απ’ το σώμα, το λογισμό, τελείως, εξάλειψη. Όλα είναι μια απάτη, ο εαυτός δεν υπάρχει, ολόκληρη η βουδιστική φιλολογία. Δεν κάνουμε τώρα βουδισμό, αν και εγώ από αυτά ξεκίνησα κάποτε. Αυτό τι είναι. Είναι μια απόφαση να καταργήσεις τη δημιουργία, επειδή υπάρχει ο πόνος. Είναι λάθος η δημιουργία; Την καταργώ. Και ουσιαστικά αυτό είναι ένας φοβερός ανθρώπινος εγωισμός. Η Παναγία κάνει το αντίθετο. Λέει: ο Θεός είναι υπέροχος, η ζωή είναι εξαίσια, αυτό που ζω εγώ δε λέγεται. Και υπάρχει πόνος και δυστυχία. Και ρωτά δειλά το Θεό: γιατί δεν κατεβαίνεις εσύ. Στα πράγματα. Να πλημμυρίσουν όλα από σένα. Να γίνουν τα πάντα λογικά και όμορφα. Να γεμίσει φως αυτός ο κόσμος. Γιατί δεν το κάνεις; Οι προφήτες είπαν, αλλά και αυτοί είπαν δυο λόγια, εξαφανίστηκαν. Εσύ ο ίδιος, γιατί δεν κατεβαίνεις; Είναι το πολύ αγνό ερώτημα, ενός πολύ αγνού πλάσματος. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε. Είναι τόσο αγνό και τόσο ανιδιοτελές, που ο Θεός συγκινείται. Γιατί; Διότι δε θέλει να φτιάξει τίποτα η Παναγία, ούτε Εκκλησία, ούτε συναγωγή, ούτε φιλοσοφική σχολή, καταλάβατε; Τίποτα, τίποτα. Δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο υπέροχα ξεκάθαρο και αγνό είναι. Είναι σαν ένα πολύ αθώο πλάσμα, το οποίο καταλαβαίνει τον πόνο και ρωτάει, με όλη την καθαρότητα και απλότητα το Θεό, γιατί δεν κατεβαίνεις;[ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΚΩΜΙΚΟΣ!] Και είναι συγκλονιστικό, εκείνη την στιγμή. Αυτό λένε οι πατέρες. Εγνώρισε ο Θεός τον εαυτό του σ’ αυτήνε , λέει. Την τέλεια ανιδιοτέλεια που έχει αυτός. Είναι ανιδιοτελής ο Θεός. Έφτιαξε δημιουργία. Με ρωτούσαν οι φοιτητές, γιατί τον έφτιαξε τον κόσμο ο Θεός. Για χάρι του κόσμου τον έφτιαξε. Γιατί δημιούργησε τον καθένα από μας; Για χάρι μας. Καταλάβατε τι λέω, για χάρι μας. Ένα δώρο, που σου κάνει εσένα, το δώρο του Είναι, το δώρο του να υπάρχεις, το δώρο του να τον γνωρίσεις, και το δώρο να βρεις την υπέρτατη αιώνια ζωή. Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία ότι έφτιαξε ο Θεός τον κόσμο για κάποιο λόγο που να αφορά τον εαυτό του. Ίσα ίσα, το αντίθετο, δεν τον χρειάζεται κα-θό-λου. Είναι μια υπέρτατη κοινωνία σχέσεων υπερπλήρης. Δεν χρειάζεται τον κόσμο σε κάτι. Είναι μια έκρηξη αγάπης, ίνα πλείονα ει τα ευεργετούμενα. Για να πιο πολλά αυτά που ευεργετούνται. Ο κόσμος είναι ακατανόητος ως προς την αρχή του. Δεν υπάρχει γιατί. Αν ρωτήσουμε το Θεό, γιατί μας έφτιαξες, λέγε μου γιατί με έφτιαξες, θα μας απαντήσει, ξέρετε τι; Μα, για σένα. Και εσύ; Εγώ, χαίρομαι που σε βλέπω. Τι άλλο; Τίποτε άλλο. Τίποτε άλλο; Τίποτε άλλο. Ξέρετε πόσοι φοιτητές με έχουν ρωτήσει, τι θέλει ο Θεός από μένα; Και τους απάντησα: τίποτα. Και με κοιτάνε απορημένοι (γελάει). Φανταστείτε ένα πάρα, πάρα πάρα πολύ καλό μπαμπά ή μαμά, που δε θέλει τίποτα. Να ανθήσεις θέλει (δεν ακούγεται καθαρά) Εμείς όλο κάτι θέλουμε απ’ τα παιδιά μας, να μας σέβονται, να’ ναι καλά παιδιά. Με πήρε χθες μια μητέρα, που η κόρη της έγινε ομοφυλόφιλη. Και σπάραζε και έκλαιγε. Γιατί έγινε ομοφυλόφιλη. Της λέω, σας χάλασε την εικόνα βασικά. Να την αγαπώ; Όχι της λέω, να την πετάξεις στη φωτιά. Δεν είναι δηλαδή ότι είναι καλό ή κακό αυτό που έκανε ο άλλος, είναι ότι εγώ έχω ακόμα μια βαθύτερη σχέση. Αν δεν την έχω την βαθύτερη σχέση, δεν καταλαβαίνω από Χριστιανισμό τίποτα. Δηλαδή τον άλλο τον αγαπώ επειδή κάνει το χατίρι μου; Έτσι κάνει ο Θεός. Βρέχει επί δικαίους και αδίκους, κλπ., κλπ.,. και μες στην αιωνιότητα το ίδιο θα κάνει. Δε θα κολάσει τότε κανένα, την κόλαση την κάνουμε μόνοι μας, και όσο θέλουμε θα υπάρχει. Έτσι λεν οι πατέρες. Δεν έχει κανένα χώρο με φωτιά και καζάνια, που να περιμένουν αναμμένα, κάνε ότι κάνεις, δεν ξέρεις τι σε περιμένει. Δεν τα ξέρει αυτά ο Θεός. Ξαναγυρίζω στη γοητευτική αυτή ύπαρξη που λέγεται Παναγία, και όσο την ψάχνει κανείς, τόσο, τόσο την ανακαλύπτει με κατάπληξη. Διότι δεν έχει (δεν ακούγεται καθαρά) καμία ιδιαίτερη χάρη, ούτε καμία ιδιαίτερη άσπιλη γέννηση, τίποτα απ’ όλα αυτά. Ούτε καμιά ιδιαίτερη βοήθεια. Ούτε καμιά ιδιαίτερη πληροφορία. Τίποτα απολύτως, είναι ένας άνθρωπος ακριβώς σαν όλους τους άλλους. Και όμως αυτός ο άνθρωπος κάνει το Θεό, όπως λέει ο Καβάσιλας, ηράσθει λέει ο Θεός, γεννηθείναι εκ των αυτής αιμάτων. Ερωτεύθηκε να γεννηθεί από τα αίματα της. Φοβερή κουβέντα (το λέει με γέλιο). Και μήτηρ ην ου δίκαιον…υπήρξε μητέρα αυτουνού που ήταν δίκαιο να είναι μητέρα. Δηλαδή, ο Θεός αποφασίζει να κάνει αυτό που θέλει το κοριτσάκι. Αυτό. Βρίσκει την ευκαιρία, ήθελε να το κάνει πάντα. Και βρίσκει τη φοβερή αυτή ευκαιρία, και η Παναγία λαμβάνει την ευκαιρία, ότι θα γίνει αυτό. Και τότε διατυπώνει το δεύτερο ερώτημα, μπορώ να υπηρετήσω εγώ αυτή που θα το φέρει στον κόσμο. Πάλι από σένα κοριτσάκια (το μασάει πάλι), φανταστείτε λίγο το μεγαλείο της σοφίας και της αθωότητας μαζί. Και από τον Άγγελο λαμβάνει την πληροφορία, ότι ξέρεις κάτι, εσύ θα είσαι αυτή. Γι’ αυτό και βλέπετε ότι δεν απορεί, όταν έρχεται ο Άγγελος. Εμείς θα είχαμε χίλιες ερωτήσεις να του κάνουμε. Τι είπες, θα’ ρθεί. Και γιατί θα’ ρθει. Και ξέρω γω, είναι δυνατό κάτι τέτοιο να γίνει, σαν Εβραίος που είμαι, που είναι η Παναγία, όχι εγώ. Ξέρετε αυτό δεν γίνεται. Δεν μπορεί ο Θεός να μπει στα πράγματα, είναι εκεί, υπέρτατος, πάνω από τον κόσμο, όπως είναι ο Ηράκλειτος, που είναι μέσα στον κόσμο ο Θεός, ή οι στωικοί, που είναι ενδοκόσμιος, δεν υπάρχει αυτός, στον Εβραίο δεν γίνεται αυτό. Δεν γίνεται με τίποτα. Ούτε στον Έλληνα, αλλά στον Εβραίο 100 φορές. Θα τον ρωτούσε λοιπόν, τι είν’ αυτά που μου λές; Και άντε παράτα με. Το μόνο που λέει είναι, πως θα γίνει αυτό, επεί άνδρα ου γινώσκω. Δεν ξέρω. Η Παναγία δεν έχει κανένα πρόβλημα με την ανθρώπινη ερωτική ζωή. Άνδρα ου γινώσκω. Φυσικά όμως, είναι ένα πλάσμα απολύτως παρθενικό. Κοιτάξτε τώρα εδώ, κοιτάξτε εδώ. Γιατί εδώ τα μπερδεύουν μερικοί, και θέλουν να τα μπερδέψουμε και μεις. Το μυστήριο της παρθενίας της Παναγίας, είναι η Παναγία αειπάρθενος; Εκατό τοις εκατό. Προ τόκου, μετά τόκον, πως το λεν οι πατέρες, όλα ναι ναι ναι, γιατί (εδώ τσιρίζει); Όχι, προσέξτε το αυτό είναι πολύ λεπτό, γιατί έχει κάποιο πρόβλημα με την ανθρώπινη ύπαρξη, όχι, αλλά γιατί ζει το μυστήριο της ακέραιης και απόλυτης αφιέρωσης, που δεν το ξέραμε μέχρι τότε. Αλήθεια σας λέω, δεν το ξέραμε. Και όπου υπάρχει παρθενία, παράλληλα με την εποχή της Παναγίας, πριν τη Παναγία, και λοιπά, υπάρχει για τελείως άλλους λόγους. Ο πλατωνικός, ο βουδιστής, ο ινδουιστής, κάνει παρθενία, γιατί; Για να πάψει να’ ναι δεμένος με την απατηλή αυτή ύπαρξη, που είναι μάγια, είναι αυταπάτη. Μάγια είναι η λέξη, αυταπάτη. Επομένως, έτσι δεν είναι, τα αφήνω όλα, γιατί όλα, είναι ψεύτικα. Η Παναγία δεν λέει τίποτα τέτοιο, ο κόσμος αυτός δεν είναι ψεύτικος, αληθινός είναι, τον αγαπάει, και θέλει να τον σώσει, αλλά ανακαλύπτει μια άλλη παρθενία, η οποία είναι η παρθενία, η μόνη παρθενία που έχει αξία, αλλά πραγματική παρθενία, είναι μια βαθιά πνευματική παρθενία, καταλάβατε, όπου μέσα της δεν δέχεται να αγαπήσει τίποτε άλλο, εκτός από το Θεό. Ποιο Θεό; Αυτόν που της είχε αποκαλυφθεί. Γι’ αυτό η Παναγία είναι μεγάλη, έχει αποκάλυψη Θεού. Πολύ μεγάλη αποκάλυψη. Εξαιρετικά μεγάλη αποκάλυψη. Και μεγάλη παρρησία σ’ αυτόν, που της δίνει ακριβώς αυτή η παρθενία και αυτή η απόλυτη, το’ χω πει σε μια άλλη ομιλία μου, αναφορικότητα. Μας αποκαλύπτει ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι μια ύπαρξη αναφορική. Αναφέρεται. Που αναφέρεται; Αναφέρεται απόλυτα, όχι μόνο σε αντικείμενα, αλλά και σε όντα. Αλλά στον Θεό τον ίδιο. Η ύπαρξη της είναι εικόνα Θεού, σημαίνει ότι, οτιδήποτε πάνω της είναι εικόνα Θεού, και οτιδήποτε πάνω μου εικονίζει και μπορεί να φανερώσει τους τρόπους του Θεού στον κόσμο, τους τρόπους του Θεού στον κόσμο. Ναι. Η Παναγία δεν είναι παίξε γέλασε λοιπόν. Αυτό το πράγμα. Και βεβαίως είναι παρθένος και βιολογικά. Χε χε. Το λέω αυτό, γιατί υπάρχουν μερικοί σας λέω, προτεστάντες κατ’ αρχήν, που λένε έλα τώρα, η Παναγία μπορεί να είχε και σχέσεις και λοιπά, και είναι και μερικοί ορθόδοξοι θεολόγοι, δυστυχώς, που τα λένε αυτά τα πράγματα. Λοιπόν, σαν να έχει η Παναγία ανάγκη. Δεν έπρεπε λοιπόν, και για άλλους λόγους. Είπα τον πρώτο λόγο. Η Παναγία να έχει σχέση με τον Ιωσήφ. Γιατί; Διότι θα φαινόταν τότε, ότι ο λόγος έρχεται στον κόσμο εκ θελήματος ανδρός. Ότι τον ήθελε κάποιος, ήθελε ένα γιο κάποιος. Λαμβάνει την πρωτοβουλία ο Ίδιος, σάρκα εαυτώ υπέστησεν, ο ποιος; Ο ίδιος ο Λόγος. Καταλάβατε; Το κάνει ο ίδιος. Δεν το κάνει κάποιος ο οποίος θέλει να αποκτήσει ένα γιο, και επειδή αποκτά ένα γιο, φωτίζει το γιο. Όχι. Ο ίδιος, ο ίδιος, ο ίδιος, το ξαναλέω, αυτό είναι θεμελιώδες δόγμα, σάρκα εαυτώ υπέστησεν, λέει ο Δαμασκηνός. Αναλαμβάνει σάρκα, από που μπορεί να την λάβει, από ένα ανθρώπινο πλάσμα. Και όντως η σύλληψη είναι παρθενική, βέβαια. Δεν προηγείται συνουσία. Καταβάλλει ο ίδιος οτιδήποτε χρειάζεται, για να υπάρξει ως πλήρης άνθρωπος, και αυτό, όχι γιατί απαξιώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, όχι, αλλά γιατί πρέπει να φανεί ότι είναι δικό του. Μόνος του το κάνει, επειδή το θέλει αυτός. Με τη συνεργεία του μόνου όντος, το οποίο Τον καταλάβαινε εκείνη την εποχή. Και για πάρα πολλά χρόνια στη συνέχεια. Η Παναγία. Και αναπτύσσεται λοιπόν αυτή η παρθενία, που είναι η παρθενία του Χριστού, που είναι η παρθενία της Παναγίας, που είναι η παρθενία της απόλυτης, το ξαναλέω, αφιέρωσης. Που δε χωράει τίποτε άλλο. Και επειδή δε χωράει τίποτε άλλο, καλό ή κακό, καλό εντός εισαγωγικών, με τα δικά μας μέτρα, ή όχι καλό, δεν ενδιαφέρει αυτό. Γι’ αυτό ξέρετε, η παρθενία στην ορθόδοξη Εκκλησία, στην Εκκλησία τη χριστιανική δηλαδή, δεν έχει την έννοια της άρνησης του γάμου. Θεωρητική άρνηση του γάμου απαγορεύεται. Λέει ο Χρυσόστομος, αν πεις ότι ο γάμος είναι κακός, τότε και η παρθενία δεν είναι τίποτα καλό, είναι προς αποφυγή ενός κακού. Αν πεις ότι γάμος είναι καλός, λέει όμως, τότε η παρθενία γίνεται πάρα πολύ καλή. Γιατί είναι αποφυγή ενός καλού, καταλάβατε; Τίποτε κακό δεν κάνει ο Θεός. Η κακοριζικιά είναι στο κεφάλι το δικό μας και συνεχώς την εφευρίσκουμε και την ανανεώνουμε με πολλούς τρόπους και ευχαρίστως, αρκεί να απευθύνεται πάντα σε άλλους και όχι σε μας, λοιπόν. Εξ αιτίας αυτού η Παναγία έχει μια τρομακτική σχέση με το Χριστό. Τέτοια, που είναι πολύ δύσκολο να την καταλάβουμε, και Τον κατανοεί με ένα τρόπο, που δεν μπορεί να τον μεταδώσει σε κανένα. Δεν την καταλαβαίνει κανένας δίπλα της. Είναι το πιο μοναχικό πλάσμα στον κόσμο, μαζί με τον Χριστό. Είναι δυο μεγάλοι μοναξιασμένοι. Μεγαλύτερη μοναξιά από αυτών των δυο δεν υπήρξε ποτέ στη γη. Ούτε θα υπάρξει. Ούτε ο ένας μπορεί να πει σε κανένα τίποτα, ούτε στο διάβολο καν. Ο διάβολος δεν ξέρει ποιος είναι. Ο διάβολος αν ήξερε, ποτέ δε θα Τον σταύρωνε. Ποτέ. Ποτέ…αλλά λέει τι; Είναι προφήτης, και να τώρα κουράζεται, και να τώρα λυπάται, κλαίει για τον Λάζαρο. Ααα, άνθρωπος είναι, δώστου στο κεφάλι. Και μέχρι να φτάσει, το εξηγεί πολύ ωραία ο Μέγας Αθανάσιος, στη θεοπρεπή απάτη, μέχρι το σταυρό απάνω. Κατέβα του λέει. Να είστε σίγουροι αν εκείνη την στιγμή κατέβαινε ο Χριστός, θα έβαζε όλους να Τον προσκυνήσουνε. Και δεν κατεβαίνει. Δεν φανερώνεται ποιος είναι. Δεν ξέρω. Είσαι ο Μεσσίας. Τι θα πει Μεσσίας; Αυτό που καταλαβαίνουν αυτοί ως Μεσσία δεν έχει καμία σχέση μ’ Αυτόν. Τον βάζουν με τα ωσσανά. Και τι κάνει αυτός; Όταν βλέπει τα ωσσανά, ανεβαίνει στο γαϊδούρι, άλλη ειρωνεία φοβερή (γελάει). Θαυμάζω φοβερά την ειρωνεία του Χριστού. (31:09)

Συνεχίζεται

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΡΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΡΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ. ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ.

ΜΙΑ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΕΧΕΙ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ. ΝΑ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΕ ΑΚΡΟΑΤΕΣ ΠΟΥ ΑΓΝΟΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ. ΣΕ ΑΣΠΡΟΥΣ ΠΙΝΑΚΕΣ.

ΤΑ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ!!!

Ησυχασμός, μια παλιά αίρεση που αναγνωρίζεται στο παρόν


από Francesco Lamendola


Λίγα έχουν ειπωθεί πάντοτε, και ακόμη και σήμερα πολύ λίγα είναι γνωστά ή θυμούνται, τουλάχιστον μεταξύ της μεγάλης μάζας των Καθολικών, για το δόγμα που είναι γνωστό ως ησυχασμός, το οποίο θεωρήθηκε ότι ενέπνευσε τον Ισπανό ιερέα Miguel de Molinos (1628-1696), που καταδικάστηκε από την Ιερά Εξέταση το 1687 για αίρεση και ανηθικότητα και ο οποίος δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ιησουίτη θεολόγο Luis de Molina (1535-1600). αν και οι οπαδοί και των δύο ονομάζονται μερικές φορές, λανθασμένα, με το ίδιο όνομα των Μολινιστών.

Το 1675 ο Molinos δημοσίευσε έναν Πνευματικό Οδηγό που απελευθερώνει την ψυχή και την οδηγεί στο εσωτερικό της ψυχής. Μετακομίζοντας στη Ρώμη, ο Molinos τέλεσε τη λειτουργία σε διάφορες εκκλησίες στη Ρώμη, συμπεριλαμβανομένου του San Pietro in Vincoli και του S. Andrea del Quirinale. Σύχναζε σε καρδινάλιους και υψηλούς καρδινάλιους, ήταν ευπρόσδεκτος στα καλύτερα σαλόνια και οι μεγάλες κυρίες της ρωμαϊκής αριστοκρατίας πήγαν να τον εξομολογηθούν και τον εξέλεξαν ως πνευματικό τους διευθυντή. Εν ολίγοις, μέσα σε λίγα χρόνια είχε γίνει διασημότητα. Ίσως σε εκείνο το σημείο συνέλαβε ένα πιο φιλόδοξο σχέδιο: να δημιουργήσει ένα πνευματικό κίνημα που θα ανανέωνε τη ζωή της Εκκλησίας εκ των έσω και θα προσέφερε ένα είδος εναλλακτικού τρόπου στην μετωπική σύγκρουση μεταξύ του καθολικού δόγματος και των αχαλίνωτων αιρέσεων, βασιζόμενος στη βαθιά προσδοκία για ειρήνη που εμψύχωνε τις συνειδήσεις της εποχής, ταραγμένες από τόση βία και τόσους αγώνες. με αποκορύφωμα τους εμφύλιους πολέμους στη Γαλλία και τον Τριακονταετή Πόλεμο σε όλη την Ευρώπη, καθώς και τις συνεχιζόμενες διώξεις της Ιεράς Εξέτασης.

Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η επιτυχία του Πνευματικού Οδηγού του Molinos, αν ήταν μεγάλη στην Ιταλία και στις καθολικές χώρες, ήταν ακόμη μεγαλύτερη στις Μεταρρυθμισμένες Χώρες: σε σύντομο χρονικό διάστημα έγιναν μεταφράσεις στα ολλανδικά και τα αγγλικά, καθώς και στα γαλλικά και, στην προτεσταντική Γερμανία, στη Λειψία, στα λατινικά (η αρχική έκδοση ήταν στα ισπανικά) και αυτό, Αναμφίβολα, εκτός από το θεολογικά διφορούμενο, αν και ψυχολογικά μελαγχολικό περιεχόμενο του δόγματός του, προσέλκυσε την προσοχή των Ιησουιτών, οι οποίοι εκείνη την εποχή ήταν οι υπέρμαχοι της αυστηρότερης ορθοδοξίας και αντιτάχθηκαν σθεναρά σε κάθε προσπάθεια νόθευσης ή αποδυνάμωσής της ενόψει ενός «διαλόγου», μια λέξη που ήταν πολύ της μόδας σήμερα, αλλά τότε περισσότερο από ύποπτη, με αντι-καθολικά δόγματα. Ένα άλλο στοιχείο που προκάλεσε αμηχανία και δυσπιστία προς τον Μολινό ήταν ότι στα μοναστήρια όπου η συμβουλή του πνευματικού του οδηγού λαμβανόταν κυριολεκτικά, και οι πνευματικοί καθοδηγητές τη δίδασκαν, ειδικά στις μοναχές, υπήρχε μια φήμη ότι συνέβαιναν ηθικές διαταραχές, τις οποίες ορισμένοι απέδωσαν ακριβώς στην επιρροή αυτού του δόγματος.

Το γεγονός είναι ότι οι Ιησουίτες κινητοποιήθηκαν για να προειδοποιήσουν τους πιστούς και οι πιο επιφανείς συγγραφείς και κήρυκες τους, όπως ο Daniello Bartoli και ο Paolo Segneri, πήραν το πεδίο με συγκεκριμένα γραπτά που υπενθύμιζαν τη σημασία μιας πνευματικότητας που δεν ήταν απλώς ησυχαστική και που δεν οδήγoύσε στην εγκατάλειψη των θρησκευτικών πρακτικών και της συχνότητας των Μυστηρίων. Μέχρι που ο Μολινός, το 1685, συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε, μετά από δύο χρόνια έρευνας, σε διαρκή φυλάκιση, για αίρεση και ανηθικότητα, αφού απαρνήθηκε όλα τα λάθη του. Ο ησυχασμός καταδικάστηκε επίσημα από τον Πάπα Ιννοκέντιο ΙΑ ́ με το σύνταγμα Coelestis Pastor της 20ης Νοεμβρίου 1687. Τα κύρια σημεία της καταδίκης μπορούν να συνοψιστούν στην υποτίμηση της προσπάθειας προς την αγιότητα στην οποία καλείται η ψυχή και στην υπερβολή του ρόλου της χάρης, που φαίνεται να ακυρώνει τη θέληση. Επιπλέον, στην τάση ολίσθησης σε μια μορφή πανθεϊσμού, όπου διδάσκεται ότι η ψυχή πρέπει να «αφεθεί» σε μια μορφή μυστικής ένωσης με τον Θεό που φαίνεται να καταργεί τη διάκριση μεταξύ του πλάσματος και του Δημιουργού του.

Είναι χρήσιμο σε αυτό το σημείο να παραθέσουμε μια σελίδα από το βιβλίο του Pietro Barrera Una fuga dalle prigioni del Sant'Uffizio (1693), Μιλάνο, Mondadori, 1934, σελ. 23-27):

Ο «Οδηγός» είχε υπερβολικούς θαυμαστές ακόμη και πρόσφατα, όπως ο Giovanni Amendola ο οποίος, στον πρόλογο μιας έκδοσης που επιμελήθηκε, παρουσιάζει ακόμη και τον Molinos ως «τον συγγραφέα μιας προσπάθειας εσωτερικής μεταρρύθμισης της Εκκλησίας, ευγενώς σχεδιασμένης και αρχισμένης να υλοποιείται, μιας προσπάθειας που αν ήταν σε θέση να θριαμβεύσει, θα είχε ίσως φέρει την Ευρώπη πίσω στη θρησκευτική ενότητα και θα άλλαζε την πορεία των αιώνων σε ορισμένα βασικά σημεία». Μια τέτοια εξύψωση είναι τόσο παράλογη που δεν αξίζει να χάνουμε χρόνο για να την αντικρούσουμε. Στην πραγματικότητα, ο Μολινός ήταν ο προπαγανδιστής μη πρωτότυπων δογμάτων, τα οποία είναι παρόμοια με εκείνα των Γιανσενιστών, δογμάτων που αναπτύχθηκαν και ενισχύθηκαν μέσα του από την επιτυχία που, ίσως ενάντια στις δικές του ελπίδες, συνάντησαν στον μεγάλο κόσμο, και ιδιαίτερα μεταξύ των μεγάλων κυριών των οποίων ήταν για πολλά χρόνια ο μοντέρνος ομολογητής. Αυταπατήθηκε, βλέποντας με ικανοποιημένη υπερηφάνεια τους Ρωμαίους μετανοούντες να σπεύδουν πλήθη στο εξομολογητήριο, ότι ήταν προορισμένος να αποκαταστήσει τη γαλήνη που προσδοκούσε ο κόσμος ακόμα έκπληκτος από τους αγώνες που τελείωσαν με τον θρίαμβο της Εκκλησίας. Το γρήγορο ξεπούλημα των πρώτων εκδόσεων του βιβλίου φάνηκε να τον δικαιώνει. Αυτά ήταν δόγματα που είχαν αξία στο ότι χειραγωγήθηκαν επιδέξια και προτάθηκαν πιο επιδέξια από έναν ελκυστικό, διακεκριμένο άνδρα, με μια όμορφη μαύρη γενειάδα που πλαισίωνε το ζωντανό πρόσωπό του, ο οποίος ήξερε πώς να υπαινίσσεται τον εαυτό του με λιπαρή γλυκύτητα ανάμεσα στις μεγάλες οικογένειες, τους καρδινάλιους, ακόμη και τον Πάπα Ιννοκέντιο XI, ο οποίος τον έκανε να ζήσει για κάποιο χρονικό διάστημα σε ένα Βατικανό.

Το ότι τα δόγματα του Molinos δεν έγιναν καλά αποδεκτά από τους Ιησουίτες (ο Amendola τον λυπάται ως θύμα του θριαμβευτικού Ιησουιτισμού) είναι εύκολο να κατανοηθεί. Αποδοκίμαζαν τον Γιανσενισμό και τα παράγωγά του τόσο για δογματικούς όσο και για πολιτικούς λόγους: ίσως τον θεωρούσαν πιο επικίνδυνο από τον ίδιο τον Προτεσταντισμό από τον οποίο προήλθε, γιατί ενώ οι Προτεστάντες αρνούνταν απόλυτα την παράδοση, οι Γιανσενιστές αρνούνταν τις ερμηνείες και τις προσθήκες που, σύμφωνα με αυτούς, τον είχαν διαστρεβλώσει, υποστηρίζοντας, με τη συναίνεση των ανθρώπων που ανήκαν στις μορφωμένες τάξεις, μεταξύ των οποίων είχαν κάνει προσήλυτους, την απόλυτη ορθοδοξία τους, παρά την κυρίως πολιτική καταδίκη του Ρισελιέ, και εκείνη του Ιννοκέντιου ΙΑ ́ με τη βούλα της 1ης Ιουνίου 1653, η οποία ήταν ουσιαστικά θρησκευτική. Στη Γαλλία, η αντίθεση του Ρισελιέ δεν είχε κάνει μεγάλη ζημιά στους οπαδούς του Γιανσένιου, αντίθετα, είχαν δει τις συμπάθειές τους να αυξάνονται με την πάροδο των ετών, επειδή υποστήριζαν στο θρησκευτικό πεδίο εκείνη τη στάση αδιάλλακτης αντιπολίτευσης που είχαν υιοθετήσει ο Λουδοβίκος XIV και ο Μαζαρίνος εναντίον του Ιννοκέντιου Ι ́ και του Αλεξάνδρου Ζ ́, οι οποίοι ήταν υπέρ του ισπανικού κόμματος, και η οποία είχε μειώσει σχεδόν την παρέμβαση της Εκκλησίας στις συζητήσεις και στη σύναψη της ειρήνης των Πυρηναίων. Η γαλλική πολιτική ήταν ένα συνεχές εμπόδιο στη νίκη της Καθολικής Παλινόρθωσης, της οποίας οι Ιησουίτες ήταν οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές και ο Γιανσενισμός ήταν προϊόν μιας καθαρά γαλλικής μάρκας. Ο καθολικισμός, προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια, έπρεπε να φτάσει με τον ισχυρό τρόπο του Ιννοκέντιου XI, ο οποίος δεν επέτρεψε στον εαυτό του να επιβληθεί από την αλαζονική απολυταρχία του Βασιλιά Ήλιου. Και τότε ο Γιανσενισμός και τα άλλα περισσότερο ή λιγότερο συγκαλυμμένα αιρετικά δόγματα αμφιταλαντεύτηκαν. Αλλά τόσο ο Γιανσενισμός στη Γαλλία όσο και ο Μολινισμός στην Ιταλία δεν έλειπαν από τους υποστηρικτές, ειδικά μεταξύ εκείνων που είχαν κουραστεί από την ορμητική μαχητικότητα των Ιησουιτών και που πίστευαν ότι θα έβρισκαν ένα ξεκούραστο καταφύγιο σε κάτι αόριστο, απαλά μυστικιστικό, το οποίο έδινε την ψευδαίσθηση της επιστροφής στη μακρινή ηρεμία. Συμπάθειες αντιθέσεων, λαχτάρα για ένα νέο, και ως εκ τούτου, ίσως, επιτυχία της μόδας.

Ο Μολινός είχε την καλή τύχη να ξεκινήσει τη δράση του υπό τον Κλήμη Θ ́, του οποίου η αδύναμη υποταγή δεν ήταν να δυσαρεστηθεί με τη συμβουλή που έδωσε ο Ισπανός στους πνευματικούς διευθυντές να ενεργούν «απαλά». Η επίτευξη της τελειώσεως έγινε, κατά τον ίδιο, με «νοερή» απόσπαση από τα εγκόσμια, με «μυστική» πίστη στον Θεό, ο οποίος, αν θέλει, μας σώζει ακόμη και αν είμαστε αδρανείς περιμένοντας τη χάρη Του. Με αυτόν τον τρόπο, έφτασε στο σημείο να αρνηθεί την αξία των θρησκευτικών πρακτικών και των μυστηρίων, να δικαιολογήσει τις αμαρτίες επειδή ήταν ανεξάρτητες από τη θέληση. Στο βιβλίο του δεν κάνει τίποτα άλλο από το να κεντάει παραλλαγές πάνω στα ίδια θέματα. Η ψυχή φτάνει με «μυστική» πίστη στην ακινησία του στοχασμού: αυτή η πίστη της δίνει τη γενική και συγκεχυμένη γνώση του Θεού που πρέπει να της αρκεί: κάθε φαντασία που αντιπροσωπεύει τον Θεό σε συγκεκριμένη μορφή δεν μπορεί παρά να διαταράξει τη σχέση με την ψυχή, η οποία δεν πρέπει να μιλήσει μαζί Του, αλλά να αφεθεί να ληφθεί σιωπηλά. Όχι ο διαλογισμός, αλλά ο στοχασμός της επιτρέπουν να βρει την παγκόσμια αλήθεια. Η ευαισθησία είναι για αρχάριους που πρέπει να γνωρίζουν το αντικείμενο των φιλοδοξιών τους, ενώ η ξηρότητα είναι το προνόμιο των ισχυρών ψυχών: ο Θεός, με το να μην τους επιτρέπει να γνωρίζουν πώς εργάζεται μέσα τους, τους αφαιρεί ένα κίνητρο τεκμηρίου. Ο πιστός πρέπει να προετοιμάσει την καρδιά του «σαν λευκό χαρτί όπου η θεϊκή σοφία μπορεί να διαμορφώσει χαρακτήρες όπως θέλει». Οι πειρασμοί κατά της πίστης, της λαγνείας, της λαιμαργίας, όλες οι αμαρτίες είναι ταπεινώσεις υπερηφάνειας και σωτήρια φάρμακα για το πνεύμα. Όταν κάποιος έχει δώσει τον εαυτό του στο θείο θέλημα, δεν υπάρχει άλλη λογική πράξη να γίνει, δεν υπάρχει λόγος να το επαναλάβει στον Θεό «με τον ίδιο τρόπο που κάποιος που έχει αποφασίσει να πάει στη Ρώμη ξεκινά και φεύγει, και δεν πρέπει να λέει και να λέει στον εαυτό του: Πάω στη Ρώμη, θέλω να πάω στη Ρώμη». Σε όλα, αρκεί μια καλή διάθεση. Ακόμη και οι «αδιάκριτες» μετάνοιες, οι υπερβολικές, πικραίνουν την ψυχή και ταυτόχρονα τη διογκώνουν με υπερηφάνεια. Στην οπερέτα του, ο Molinos δίνει επίσης συμβουλές για την επιλογή του πνευματικού καθοδηγητή στον οποίο είναι απαραίτητο να ανατεθεί, εγκαταλείποντας την ανάγνωση μυστικιστικών βιβλίων που συγχέουν τις ιδέες. Ο πνευματικός καθοδηγητής πρέπει να αναθέσει «μετάνοιες που είναι χρήσιμης ύλης και μετριοπαθείς». Πρέπει να προσπαθήσει να αποσπάσει από τους μετανοούντες του απόλυτη μυστικότητα σχετικά με τις συμβουλές που δίνει «αν και η σιωπή είναι δύσκολη για τις γυναίκες». «Να φτάσουμε στον Θεό μέσα από το τίποτα» είναι η φόρμουλα που συνοψίζει τη σκέψη του Ισπανού ιερέα.

Όπως μπορούμε να δούμε, στον Ησυχασμό υπάρχει σιωπηρή, και μερικές φορές ακόμη και ρητή, η υποτίμηση των έργων υπέρ της πίστης και μόνο: ένα χαρακτηριστικό που από μόνο του επιβεβαιώνει την προέλευσή του από τον Γιανσενισμό (ο οποίος, ωστόσο, από πολλές απόψεις, με την ασκητική αυστηρότητά του, βρίσκεται στους αντίποδες του Ησυχασμού) και με μια ευρεία έννοια από τον Προτεσταντισμό. Ακόμη και η επιείκεια προς την αμαρτία, θεωρούμενη ως εργαλείο για την καταπολέμηση της υπερηφάνειας του πιστού που ισχυρίζεται ότι αποκτά αξία με τον Θεό, αν όχι καν ως κάτι για το οποίο η ψυχή που εγκαταλείπεται στον Θεό δεν είναι πλέον υπεύθυνη, αφού ζει πλέον σε καθαρά πνευματική διάσταση, ενώ το σώμα εξακολουθεί να βυθίζεται στη σαρκική διάσταση, Είναι μια ετερόδοξη ιδέα, από μόνη της εσφαλμένη και αιρετική, η οποία υποτιμά την ηθική δέσμευση στον αγώνα κατά των πειρασμών και φαίνεται σχεδόν να αναθέτει στον Θεό την αναπόφευκτη ευθύνη με την οποία δεσμεύεται ο άνθρωπος από το γεγονός της ελεύθερης βούλησης.

Αλλά μπορούμε να προχωρήσουμε περισσότερο. Ο ησυχασμός συγκεντρώνει χαρακτηριστικά γνωρίσματα αρχαίων μη χριστιανικών δογμάτων και πολύ αρχαίων αιρέσεων: η ιδέα ότι η ψυχή δεν πρέπει πλέον να κάνει ή να επιθυμεί τίποτα, εκτός από την πλήρη εγκατάλειψη του εαυτού της στον Θεό, είναι ινδικής προέλευσης και ακριβώς βουδιστική. Η ιδέα ότι πρέπει να απαρνηθούμε κάθε μορφή διανοητικής γνώσης του Θεού και να Τον αφήσουμε να εργαστεί μέσα μας, χωρίς καμία σκόπιμη δέσμευση εκ μέρους μας (και χωρίς την προσπάθεια να ζήσουμε μια ηθικά άγρυπνη ζωή) αναφέρεται τουλάχιστον εν μέρει στον Αλεξανδρινό Νεοπλατωνισμό. ενώ αυτός που η μελέτη και ανάγνωση των ασκητικών κειμένων είναι άχρηστη και ότι ο «αληθινός» χριστιανός είναι αυτός που έπαψε να πολεμά τον κόσμο, επειδή αντλεί από μια αλήθεια που αποκαλύπτεται απευθείας από τον Θεό, με έναν ανεξήγητο και καθαρά εσωτερικό τρόπο, είναι λουθηρανός και φέρνει μαζί της, ως λογική συνέπεια, την υποτίμηση του κλήρου ως στοιχείο διαμεσολάβησης, και την ιδέα της παγκόσμιας ιεροσύνης των πιστών. Το κατηγορητήριο κατά της διαφθοράς των ηθών θυμίζει ένα θέμα αγαπητό στους Γερμανούς μυστικιστές και λίγο αργότερα στους Προτεστάντες. Τέλος, η ιδέα της νοητικής απόσπασης από τα πράγματα του κόσμου ως προϋπόθεση για την εγκατάλειψη στον Θεό, και όχι ως αποτέλεσμα αυτής, έχει μια αδιαμφισβήτητα γνωστική γεύση: ειδικά αν συνδυαστεί με το γεγονός ότι υπάρχουν δύο επίπεδα πίστης, ένα για χονδροειδείς ψυχές και ένα για ειδικές ψυχές, στις οποίες έχει υποδειχθεί ο τρόπος να τοποθετηθούν σε υψηλότερο επίπεδο. Είναι πάντα η αιώνια γνώση, μέσα και έξω από τον Χριστιανισμό, που συνεχώς επαναλαμβάνεται. Αναγνωρίζεται και απορρίπτεται από τη μία πλευρά, επανεμφανίζεται αμέσως στην άλλη, μεταμφιεσμένη. Η ικανότητά της συνίσταται στο να μπερδεύει τον εαυτό της, να αποκρύπτει τον εαυτό της: παρουσιάζεται με καθησυχαστικά, απόλυτα ορθόδοξα ρούχα. Διακηρύσσει την αθωότητά της και απορρίπτει με αγανάκτηση κάθε υποψία που την αφορά.

Ο ησυχασμός προδίδει μια επαναλαμβανόμενη πτυχή της ανθρώπινης στάσης απέναντι στον Θεό: την αναζήτηση μιας «μυστικής» ένωσης που καταργεί τις ευθύνες και τις διαφορές, μιας εσωτερικής «ειρήνης» που δεν είναι η ειρήνη που υποσχέθηκε ο Ιησούς Χριστός όταν λέει: «Ειρήνη αφήνω σε σας, ειρήνη μου σας δίνω· ο Θεός δεν σας τη δίνει όπως σας τη δίνει ο κόσμος» (Ιω. 14:27). Αλλά είναι μάλλον μια ειρήνη συμβιβασμού με την πλάνη και την αμαρτία, δηλαδή το ακριβώς αντίθετό της. Προδίδει επίσης το αιώνιο κάλεσμα της γνώσης σε μια πίστη που αποκαλύπτεται σε μερικούς με έναν ειδικό, εσωτερικό τρόπο, διαφορετικό από τη διδασκαλία που προορίζεται για τις μάζες, και η οποία οδηγεί στη σωτηρία με έναν ασυνήθιστο τρόπο, ουσιαστικά ατομικιστικό και αποκομμένο από το Μυστικό Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Σήμερα είμαστε σχεδόν έκπληκτοι που οι ιδέες του Molinos, φαινομενικά τόσο ακίνδυνες, καταδικάστηκαν τόσο σθεναρά· Αλλά η έκπληξή μας δείχνει πόσο βαθιά μας έχουν διεισδύσει αυτές οι ιδέες.

Ένας μοναχός ζούσε σε μια άδεια σπηλιά. Κάποτε, ανίερα πνεύματα ήρθαν σε αυτόν και του είπαν:

                                      

Ένας μοναχός ζούσε σε μια άδεια σπηλιά. Κάποτε, ανίερα πνεύματα ήρθαν σε αυτόν και του είπαν:
- Φύγε από τη θέση μας!
- Δεν έχεις θέση! - απάντησε ο μοναχός.

Έπειτα πέταξαν κλαδιά φοίνικα από κάθε πλευρά, που ήταν προετοιμασμένα για ύφανση καλαθιών, αλλά ο μοναχός τα μάζευε ακούραστα. Μετά από αυτό, ο εχθρός του ανθρώπινου γένους τον άρπαξε από τα ρούχα του και τον έσυρε, αλλά ο μοναχός χτύπησε την πόρτα και έμαθε:
- Ιησού Χριστέ, βοήθησέ με!
Οι κακοί σκόρπισαν σαν κόλαση.
- Γιατί εσύ? - ρώτησε τότε μια αόρατη φωνή.
- Γιατί οι μισητές της πίστεως και των αρετών είναι έτοιμοι να κοροϊδέψουν τον δούλο του Θεού - είπε ο μοναχός.

- Εσύ ο ίδιος φταις - αντέταξε η ουράνια φωνή, - γιατί σε ξέχασα. Το βλέπεις και μόνος σου, μόλις με ζήτησες, ήρθα αμέσως να σε βοηθήσω.

Ο μοναχός ένιωσε την εγγύτητα του Θεού, έπεσε στα γόνατα και άγγιξε το έδαφος με το πρόσωπό του. Πόση διδασκαλία είναι απαραίτητη για τον κάθε άνθρωπο!.. Ψάλλουμε στον Κύριο, προσευχόμαστε ενώπιόν του, μερικές φορές τολμάμε ακόμη και να κλάψουμε σε αυτόν όταν μας συμβεί κάποια συμφορά ή δοκιμασία. Γιατί όμως δεν του ζητάμε βοήθεια όταν τα πάθη σκοτείνιασαν το μυαλό, την πίστη, τα καλά έργα; Φαίνεται ότι ελπίζαμε τότε στον εαυτό μας. Μα πόσο ανόητο είναι να είσαι σίγουρος ότι θα διώξεις τον εχθρό που ταλαιπωρεί την ψυχή σου.

Posted by PROSKINITIS

Γρίβας: Αδιανόητο! Ψάχνουν να πουλήσουν αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας


Η Αλήθεια Για Τον Ελευθέριο Βενιζέλο - Παναγιώτης Λιάκος ELEFTHEROS EP.109


Κάποιοι λένε πως ο Ελευθέριος Βενιζέλος είναι ένας Εβραίος της Κρήτης που τον ανέβασε το λόμπι με σκοπό την απόλυτη προδοσία της Ελλάδος και κάποιοι έχουν τον Ελευθέριο Βενιζέλο για τον απόλυτο εθνάρχη της χώρας που διπλασίασε τα σύνορα μόνος του. Ποια είναι όμως η αλήθεια; Tο βιβλίο του δημοσιογράφου Παναγιώτη Λιάκου με τίτλο «Η αλήθεια για τον Ελευθέριο Βενιζέλο», γκρεμίζει τον ψεύτικο μύθο του «εθνάρχη Βενιζέλου» που χτίστηκε με μαεστρικό τρόπο γύρω από το όνομα ενός απλού δικηγόρου χαρτοπαίχτη.

Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

ΟΙ ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΕΡΗΜΙΤΕΣ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ

          Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Μεταξύ της Μονής Μεγίστης Λαύρας και της Σκήτης των Καύσο καλυβίων, στην περιφέρεια αυτή, ασκήτευε ένας ερημίτης, γνωστός με το όνομα Πανάρετος, ό όποιος μια μέρα, μετά από την καθιερωμένη προσευχή και τον κανόνα του,του ήρθε ή ιδέα να φτιάξει, μπροστά στη σπηλιά του, ένα μικρό κηπάκι,για να έχει σωματική άσκηση και απασχόληση και λίγη παράκληση από τα κηπευτικά πού θα καλλιεργούσε.
Μετά από πολλές μέρες αγώνα και με πολύ κόπο, επειδή τα μέρη εκείνα είναι πετρώδη, έσκαψε αρκετό μέρος και έφτασε σε ένα σημείο πού βρήκε μια πλάκα,ή οποία τον δυσκόλευε να προχωρήσει.
Ήταν βραδάκι, ό Γέροντας αυτός, από την πολλή εργασία κουράστηκε και είπε με τη σκέψη του να σταματήσει ως εκεί το σκάψιμο.
Ή περιέργεια όμως να μάθει, τι πλάκα είναι εκείνη και τι κρύβει μέσα,
δεν τον άφηνε ήσυχο κι έτσι πήρε ένα σίδερο,
το έβαλε σε μια γωνιά κι όταν σήκωσε λίγο την πλάκα, βγήκε από μέσα εύωδία άρρητη,πλημμύρισε όλος ό τόπος από ουράνιο άρωμα.
Ό ήλιος, από ώρα είχε βασιλέψει κι έπαιρνε να σκοτεινιάζει,
τότε ό Γέροντας ερημίτης εκείνος, ξέχασε την κούραση πού είχε
και βάλθηκε να σηκώσει όλη την πλάκα, την οποία τελικά κατόρθωσε να σηκώσει και τι να δει μέσα; Η πλάκα έκρυβε κανονικό τάφο μέσα στον όποιον ήταν σώμα σε σχήμα κοιμωμένου άνθρωπου,πού ήταν ντυμένος Ιερά άμφια, ποιος ξέρει από πόσα χρόνια και φαινόταν σαν να είχε πεθάνει και ενταφιασθεί την προηγούμενη μέρα.
Στο μέρος εκείνο, μόνο ό Γέρων Πανάρετος είχε πολλά χρόνια πού ασκήτευε και δεν έτυχε να γνωρίζει κανείς εκεί γύρω,
πού είχανε, άλλος 50 κι άλλος 60 χρόνια ασκητική ζωή
και κανείς τους δε γνώριζε τίποτα για την άσκηση
ή το θάνατο μεγάλου ασκητή και ερημίτη, όπως έδειχνε να ήταν ό ευλογημένος αυτός Άγιος.
Ό ερημίτης Μοναχός Πανάρετος, από τη χαρά για το εύρημα του
κι από την πολλή εύωδία πού έβγαινε από το άγιο εκείνο λείψανο,
έμεινε για πολλή ώρα ακίνητος, κατάπληκτος, κι όταν συνήλθε, από την πρώτη αυτή συγκίνηση, άρχισε με δάκρυα να προσεύχεται,
να παρακαλεί και να λέγει: «Άγιε του Θεού σε ευχαριστώ πού φανερώθηκες σε μένα τον ανάξιο και αμαρτωλό, παρακαλώ την αγιοσύνη σου, πες μου ποιος είσαι; και πόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε πού τελείωσες τον Ιερό αγώνα σου;
Πού αφήκες τον έρημο τούτο τόπο και βρίσκεσαι στην αιώνια μακαριότητα; Έφ’ όσον ευδόκησε ό Θεός να σε βρω κι αξιώθηκα να δω την όψη σου, πες μου σε παρακαλώ ποιο είναι τ’ όνομά σου;»
Για μια στιγμή σκέφτηκε πώς πρέπει να πάει στο Μοναστήρι της Λαύρας, να αναφέρει το γεγονός και να ‘ρθουν οι Πατέρες της Μονής να παραλάβουν το άγιο αυτό λείψανο,
με δόξες και τιμές όπως πρέπει σε έναν τέτοιο μεγάλο άγιο.
Μ’ αύτη τη σκέψη, προσευχόμενος, έμεινε πολλές ώρες ό Γέρων Πανάρετος.
Κόντευε να ξημερώσει, από τον πολύ κόπο και την αγρυπνία, απόκαμε,τον πήρε για λίγο ένας ελαφρός ύπνος
και τότε βλέπει τον Άγιο αυτόν να παρουσιάζεται μπρος του και με αυστηρό ύφος να του λέγει:
«— Δε μου λες αββά, τι σκέφτεσαι να κάνεις;»
Ό Γέρων, με πολύ φόβο απάντησε:
«— Άγιε του Θεού, σκέφτηκα να ειδοποιήσω, άμα φέξει ό Θεός την ήμερα, το Μοναστήρι της Λαύρας,για ναρθούν να σε πάρουν και να μην είσαι ‘δώ στην έρημο περιφρονημένος!»
Ό άγιος, πού η στολή του έλαμπε σαν τον ήλιο, του είπε με αυστηρό και πάλι ύφος:
«— Δε μου λες Γέροντα, μαζί κάναμε εδώ τους αγώνες και την υπομονή, πού θέλεις εσύ να κανονίσεις για μένα και το λείψανο μου;
Πώς θέλεις τώρα να με πάρουν από τον άγιο τούτο τόπο, στον οποίον, με τη δύναμη και τη χάρι του Θεού, αγωνίστηκα να τον αποκτήσω περισσότερα από 50 χρόνια σκληρής και στερημένης ζωής;
Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να διαταράξεις τη μακαριά ησυχία, πού με τη δωρεά του Θεού το σώμα μου απολαμβάνει εδώ, ως την ήμερα τη μεγάλη εκείνη και επιφανή, της Δευτέρας του Χριστού ενδόξου παρουσίας, πού θα λάβει ή ψυχή με το σώμα την αιώνια αμοιβή, από τον Δίκαιο μισθαποδότη και Κριτή Δεσπότη Χριστό και Θεό μας.

Και τώρα σε παρακαλώ να βάλεις πάλι την πλάκα στη θέση της, όπως τη βρήκες και μέχρι την ήμερα πού θα σε πάρει ό Κύριος από τη ζωή αυτή,δε θα φανερώσεις τίποτα, από όσα είδες και άκουσες! Πρόσεξε, αν παρακούσεις θα πάθεις μεγάλο κακό από τον Κύριο».
Μ’ αυτά ξύπνησε ό Γέρο – Πανάρετος τρομαγμένος και παρακάλεσε τον άγνωστο και ανώνυμο εκείνον άγιο,να τον συγχωρέσει και θα κάνει κατά την επιθυμία του.
Κάλυψε αμέσως τον τάφο, όπως του είπε ό άγιος και όταν γέρασε πολύ, άφησε το μέρος εκείνο και πήγε στην Σκήτη των Καυσοκαλυβίων οπού έζησε αρκετά χρόνια.
Ό Γέρο – Πανάρετος, πού είδε με τα μάτια του και έζησε το γεγονός αυτό,όταν προείδε το θάνατο του, τις τελευταίες μέρες της ζωής του, κάλεσε τους Πατέρες της Σκήτης, στους οποίους έκαμε γνωστό το γεγονός αυτό,χωρίς να φανερώσει λεπτομέρειες και την ακριβή τοποθεσία..
Έτσι από το επιτίμιο αυτό του αγίου εκείνου ερημίτη, έμεινε και θα μείνει για πάντα άγνωστος, ο ευλογημένος και χαριτωμένος εκείνος Μοναχός και άγιος Ασκητής, στους ανθρώπους, άλλα γνωστός και με μεγάλη παρρησία στο Θεό.
Καποιος μεγαλος ασκητης τα παλια χρονια, πολλές φορές, στο Κυριακο της Αγίας Αννης και στο Κυριακο της Νέας Σκήτης, έβλεπε νοερως τους κεκοιμημένους Πατέρες να είναι μαζεμένοι, λαμπροφορεμένοι και οι Ιερωμένοι να λάμπουν με τις στολές τους και όλους εκείνους να τους σκεπάζει φωτεινή νεφέλη και δόξα Κυρίου ανεκδιήγητη.

Δεν χρειαζεται επιλογος για την Οσια Γαβριηλια…

 Πύρινος Λόγιος : Επιτέλους! Τι συμβαίνει με την Γερόντισσα Γαβριηλία; Αγία της Ορθοδοξίας ή «Αγία» του Οικουμενισμού;

Θεόφιλος Παπαδόπουλος

Αντί Επιλόγου

Τα βιβλία της Γερόντισσας Γαβριηλίας, δείχνουν μιαν άλλη, εναλλακτική και light εικόνα του Μοναχισμού και της έννοιας της Πίστης, όπως ακριβώς την διδάχθηκε μέσα στην «Εκκλησία της Συμφιλίωσης» της γαλλικής κοινότητας Taize, μέσα από τις «περίεργες» επισκέψεις της στις Ινδίες ή τις συναναστροφές που είχε με ρωμαιοκαθολικούς και προτεστάντες.

Πύρινος Λόγιος : Επιτέλους! Τι συμβαίνει με την Γερόντισσα Γαβριηλία; Αγία της Ορθοδοξίας ή «Αγία» του Οικουμενισμού; /// Η αγία Γαβριηλία για τις ανατολικές θρησκείες. – Οδοιπορούντες Αγίου Συμεών Του Νέου Θεολόγου (wordpress.com)

O ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΕΚΑΝΕ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΕΒΓΑΛΕ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟΔΕΚΤΟ ; 

ΔΕΝ ΘΑΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΟΣΑ ΠΕΡΑΣΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΕΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΥ ;  ΕΧΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΣΑΣ ;

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΕΙ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΑΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΦΡΟΥΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ.

Αναρτήθηκε από amethystos

Σχολιο “Οδοιπορουντων”

“Να γινόμαστε πρακτικοί, νομίζοντας ότι μπορούμε να δούμε την “πραγματικότητα”. Ίσως αυτό να είναι τρέλα. Να ψάχνουμε θησαυρούς εκεί που σωρεύονται σκουπίδια. Ίσως η πολλή λογική να είναι τρέλα”. Μιγκέλ Θερβάντες 

Αυτο ηταν απο “επανω” (στις αναρτησεις σας) και ειναι πιο χαρακτηριστικο του “αποκατω” : π. Βασίλειος :  Νομίζω ὅτι ἕνας ταπεινὸς εἶναι φύσει ἀξιοπρεπής. Καὶ πάλι τὸ λέει ὁ ᾽Αββᾶς ᾽Ισαάκ : Οἱ δὲ « ταπεινόφρονες καὶ νοήμονες » ἐνεργοῦν ἔτσι . ῾Ο ταπεινόφρων εἶναι νοήμων. ῾Ο ὑπερήφανος εἶναι κουφιοκεφαλάκης . ∆ὲν τὸ καταλαβαίνουμε ; 

Στην αναρτηση του κ.Θ.Παπαδοπουλου (δεν τον γνωριζω – πρωτη φορα τον διαβασα) υπηρχε “λογική και ειρμός” στην αποψη του , μεταχειριζομενος ΚΑΙ θεσεις απο “σεβαστες-γνωστες” προσωπικοτητες. Εγραφε δηλαδη “λογικα” για ΥΠΕΡΛΟΓΑ θεματα.

Προφανως δεν κατεχω το “αλαθητο” του Παπα… ουτε ειμαι Μοναχος , ουτε Αγιος Συμεων να σηκωσω τα χερια μου ψηλα και να περιμενω τις αντιδρασεις τους…. Αγωνιζομαι ομως , οσο μπορω και δυναμαι, οπως και οι αλλοι “Οδοιπορουντες”…

Θελεις με το « Κύριε, φώτισόν μου τὸ σκότος » η με το  …«ελθέ» που απευθύνει ο Κύριος στον Αποστολο Πετρο δεν είναι μόνο πρόσκληση για αγώνα. Είναι συγχρόνως και χάρη και δύναμη θεία, που κάνει τη θάλασσα στεριά … ” και ο Κυριος τον επιασε προτου βυθισθει στην “ολιγοπιστια” του . Αντε να μεταχειρισθω και την ψηλαφηση του Αποστολου Θωμα : « Θωμά, φέρε εδώ το δάκτυλό σου, κοίταξε και τα χέρια Μου, και φέρε το χέρι σου στην πλευρά Μου και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός »

Και για να περασουμε στις αναρτησεις . Η 1η αναρτηση ηταν : https://wordpress.com/post/agiossymeon.wordpress.com/33587 – ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΛΥΣΣΩΔΟΥΣ ΕΩΣΦΟΡΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ ΠΗΔΑΛΙΟΥΧΟΥΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΑΓΙΟΜΑΧΟΥΣ. – Με υπογραμμισεις και χρωματισμους. Απολυτα κοινη θεση.

Η 2η αναρτηση ηταν : https://wordpress.com/post/agiossymeon.wordpress.com/33643 – Πύρινος Λόγιος : Επιτέλους! Τι συμβαίνει με την Γερόντισσα Γαβριηλία; Αγία της Ορθοδοξίας ή «Αγία» του Οικουμενισμού; /// Η αγία Γαβριηλία για τις ανατολικές θρησκείες. – – ΧΩΡΙΣ υπογραμμισεις και χρωματισμους. Αυτο σπανια συμβαινει γιατι στο κειμενο δεν θελαμε να εχουμε καμμια παρεμβαση…

Εις τον αφρό της θάλασσας η αγάπη (ΠΙΣΤΗ) μου κοιμάται παρακαλώ σας κύματα μη μου την εξυπνάτε…. Τοσα χρονια στην θαλασσα τα μεγαλα/βουβα κυματα (12-16 μετρα εχουν παρατηρηθει νοτια στο Port Elizabeth ) με “ανησυχουσαν” οχι οι αφροι. Και μεταφορικα επισης . Ισως θα επρεπε με ενα “σχολιο” να ειχα ζητησει καποιες διευκρινησεις ( μου τις εδωσαν σημερα ) αλλα αυτο δεν σημαινει οτι δεν στεναχωρησα σεβαστους μου ανθρωπους.

Την ευχη της Οσιας Γαβριηλιας να εχουμε.

AV

Δεν χρειαζεται επιλογος για την Οσια Γαβριηλια… – Οδοιπορούντες Αγίου Συμεών Του Νέου Θεολόγου (wordpress.com)

ΑΜΗΝ ΑΔΕΛΦΕ!!!

Ο Αντίχριστος κατά την Αγία Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν

από τον Robert Lazu Kmita



Αγία Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν

Τι δώρο μας έχει κάνει ο Ουρανός με το ποντιφικό αξίωμα του Πάπα Βενέδικτου XVI; Πολλοί μπορεί να σκεφτούν πάνω από όλα την αποστολική επιστολή Summorum Pontificum του 2007.
Στην πραγματικότητα, ένα τέτοιο δώρο θα μπορούσε να είναι εντελώς διαφορετικό και εκπληκτικό. Αναφέρομαι στην ανακήρυξη της Αγίας Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν, ως Ιατρού της Εκκλησίας, που έγινε στις 7 Οκτωβρίου 2012.
Γιατί όμως φτάνω στο σημείο να πω ότι ένα τέτοιο γεγονός είναι ένα ουράνιο δώρο;

Αν θέλουμε να κατανοήσουμε την κρίση στην οποία ο σύγχρονος κόσμος και η ίδια η Εκκλησία είναι κυριολεκτικά βυθισμένοι, το νόημα των έργων της Αγίας Χίλντεγκαρντ μπορεί να είναι καθοριστικής σημασίας. Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε από την ομιλία που έδωσε ο Βενέδικτος XVI στις 20 Δεκεμβρίου 2010 στη Ρωμαϊκή Κουρία.

Με την ευκαιρία αυτή, εν μέσω της μάχης ενάντια στα πολύ σοβαρά σκάνδαλα σεξουαλικής κακοποίησης που διαπράττουν ιερείς, ο Άγιος Πατέρας ανέφερε ένα όραμα που περιγράφεται από την Αγία Χιλντεγκάρντ σε μια επιστολή προς τον Βέρνερ φον Κίρχχαϊμ και την ιερατική του κοινότητα, ένα όραμα που ο Πάπας απερίφραστα συνδέει με την τρέχουσα κατάσταση της Εκκλησίας:

Στο όραμα της Αγίας Χίλντεγκαρντ, το πρόσωπο της Εκκλησίας καλύπτεται από σκόνη, και έτσι το είδαμε. Το ένδυμά της  σκίζεται εξαιτίας της ενοχής των ιερέων. Όπως το είδε και το εξέφρασε εκείνη, έτσι το ζήσαμε κι εμείς αυτό το έτος.

Το όραμα της Αγίας Χίλντεγκαρντ, που χρονολογείται πριν από οκτακόσια χρόνια, συνδέθηκε από τον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ' με μια κατάσταση που συνέβη τα τελευταία πενήντα χρόνια και πολύ πιθανόν, κάνοντάς το αυτό, ο Άγιος Πατέρας όχι μόνο θέλησε να υπογραμμίσει την επανάληψη ενός δράματος που προκλήθηκε από τις αμαρτίες των μελών των Ιερών Τάξεων, αλλά είχε σκοπό να επιστήσει την προσοχή στη συνάφεια των οραμάτων της Αγίας Χίλντεγκαρντ. Και γι' αυτό ανακήρυξε τήν περίφημη μυστικίστρια Ιατρό της Εκκλησίας.

Ακριβώς από αυτή την οπτική γωνία, και χωρίς να υπεισέλθουμε σε πολλά σχόλια, θα παρουσιάσουμε μερικά από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του Αντίχριστου όπως αναπαρίσταται σε δύο από τα έργα τής αγίας: το Scivias , που πιθανότατα ολοκληρώθηκε μεταξύ 1151 και 1152, και το Liber divinorum operum (Βιβλίο των θείων έργων), που ολοκληρώθηκε το 1173.
Οι αναγνώστες μας θα μπορούν έτσι να αξιολογήσουν εάν τα γραπτά της Αγίας Χιλντεγκάρντ μπορούν πραγματικά να εφαρμοστούν στην τρέχουσα κρίση.

Αρχικά σημειώνουμε ότι, αναφερόμενη στην παγκόσμια ιστορία, η Αγία Χίλντεγκαρντ την αποκρυπτογραφεί με τρόπο που θυμίζει τον Άγιο Βέδα τον Σεβάσμιο, χρησιμοποιώντας τον συμβολικό αριθμό επτά που προέρχεται από το Βιβλίο της Αποκάλυψης του Αγίου Ιωάννη του Αποστόλου [1 ]:

Σε έξι ημέρες ο Θεός ολοκλήρωσε τα έργα του και την έβδομη μέρα ξεκουράστηκε. Τι σημαίνει; Οι έξι μέρες είναι έξι εποχές. και στην έκτη εποχή έγιναν τα τελευταία θαύματα στον κόσμο, γιατί ο Θεός τελείωσε το έργο του την έκτη ημέρα. Αλλά τώρα ο κόσμος βρίσκεται στην έβδομη εποχή και πλησιάζει στο τέλος του χρόνου, όπως την έβδομη ημέρα (Scivias, σελ. 498).

Η έβδομη και τελευταία περίοδος της ιστορίας χωρίζεται σε πέντε ακόμη εποχές, καθεμία από τις οποίες συνδέεται με ένα ζώο που έχει συμβολική σημασία: έναν σκύλο, ένα κίτρινο λιοντάρι, ένα χλωμό άλογο, ένα μαύρο γουρούνι και έναν γκρίζο λύκο.
Τα δύο τελευταία θηρία αποκαλύπτουν τις κύριες κακίες που θα εξαπλωθούν στις δύο τελευταίες εποχές ολόκληρης της ανθρώπινης ιστορίας, εποχές που λαμβάνουν χώρα πριν από τη δεύτερη έλευση του Ιησού Χριστού που περιγράφεται στο κεφάλαιο 19 της Αποκάλυψης.

Το γουρούνι και το χρώμα του, το μαύρο, αντιπροσωπεύουν τις άθλιες σεξουαλικές κακίες στις οποίες θα επιδοθούν οι πολιτικοί και οι εκκλησιαστικοί ηγέτες ("πρεσβύτεροι") του κόσμου σε βαθμό που δεν έχουμε ξαναδεί σε όλη την ιστορία.
Ο γκρίζος λύκος, του οποίου το χρώμα είναι ένα μείγμα μαύρου και λευκού, συμβολίζει την πονηριά της κλοπής που είναι διαδεδομένη μεταξύ αυτών που λεηλατούν ο ένας τον άλλον. Όπως οι κλέφτες της ίδιας συμμορίας, θα είναι φιλικοί μεταξύ τους μόνο για να βρουν ευκαιρίες για λεηλασία.
Σε αυτή την εντελώς διεφθαρμένη ατμόσφαιρα κλοπής, «το λάθος των λαθών θα ανέβει από την Κόλαση στον Παράδεισο».
Και ο φορέας αυτού του αποτρόπαιου δόγματος έχει μια ταυτότητα: είναι ο Αντίχριστος.


«Ο γιος της απώλειας» ( Β΄ Θεσσαλονικείς 2:3) δεν θα κυβερνήσει με μαγεία και μάγια, αλλά με την πειστική δύναμη των απατηλών λόγων του.
Στην ουσία, θα είναι χειριστής της γλώσσας και θα εξαπατήσει τους συνομιλητές του με τρόπο συγκρίσιμο με το έργο του κυρίου του, «πατέρα του ψεύδους» ( Ιωάννης 8:44).

Αυτό είναι το πρώτο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του εχθρού του Χριστού, όπως περιγράφεται στο Liber divinorum operum [2 ]:

« Αλλά όσοι έχουν τελειοποιηθεί στην Καθολική πίστη θα περιμένουν στη βαθιά αγωνία τους αυτό που ο Θεός έχει ορίσει στο θέλημά Του. Και αυτές οι κρίσεις θα συνεχίσουν να εξελίσσονται με αυτόν τον τρόπο έως ότου ο «γιος της απώλειας» ανοίξει το στόμα του για να διδάξει τις αντίθετες απόψεις του. Αλλά όταν έχει προσφέρει τα ψεύτικα λόγια του ψεύδους του, ο ουρανός και η γη θα τρέμουν μαζί » ( Liber divinorum operum , σελ. 463-464).

Η διάδοση του ανώμαλου δόγματος του Αντίχριστου θα οδηγήσει στη δικαιολόγηση ακραίων αμαρτιών όπως η παιδεραστία και η αιμομιξία. Και η Saint Hildegard υπαινίσσεται ότι σημαντικός αριθμός βαπτισμένων θα ακολουθήσει τον Αντίχριστο σε αυτό το μονοπάτι.

Για άλλη μια φορά, σε διάστημα λίγων σελίδων, η διάδοση μιας ψευδούς διδασκαλίας υπογραμμίζεται όλο και πιο ξεκάθαρα, ταυτόχρονα με την περιγραφή του περιεχομένου αυτού του διεστραμμένου δόγματος:

Ο Αντίχριστος θα εμποτιστεί πραγματικά από τον διάβολο όταν ανοίξει το στόμα του για να διδάξει τη διαστροφή, όπως περιγράφεται παραπάνω. Θα καταστρέψει όλα όσα έχει θεσπίσει ο Θεός στον παλιό και νέο νόμο και θα ισχυριστεί ότι η σεξουαλική ανηθικότητα και άλλα τέτοια πράγματα δεν είναι καθόλου αμαρτίες. Στην πραγματικότητα, θα βεβαιώσει ότι δεν είναι αμαρτία εάν η σάρκα θερμαίνει τη σάρκα, όπως δεν είναι αμαρτία εάν κάποιος θερμαίνεται με τη φωτιά. Θα δηλώσει επίσης ότι όλες οι εντολές για την αγνότητα έγιναν από άγνοια, γιατί αν ένα άτομο μπορεί να είναι ζεστό και ένα άλλο κρύο, θα πρέπει να μετριάζουν ο ένας τον άλλο με τη ζέστη και το κρύο τους » ( Liber divinorum operum , σελ. 466).

Αν αναλογιστούμε αυτό το απόσπασμα, όλα γίνονται ξεκάθαρα. Ο πυρήνας των διδασκαλιών κατά του Χριστού αφορά άμεσα τον ηθικό νόμο. Πιο συγκεκριμένα, ο εχθρός της σωτηρίας μας υποστηρίζει ότι δεν είναι αμαρτία κάθε τύπος ενέργειας που ο ηθικός νόμος και η Χριστιανική Παράδοση θεωρούν αμαρτία.

Το να είσαι «δούλος της αμαρτίας» ( Ρωμαίους 6, 17) είναι μια πνευματική κατάσταση που σκοτεινιάζει τη διάνοια και εμποδίζει τη διάκριση και αναμφίβολα αυτή είναι μια από τις κύριες αιτίες της διάδοσης ενός αντιχριστιανικού δόγματος.
Ωστόσο, υπάρχει μια άλλη εξήγηση που θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο σημαντική: περιφρόνηση για την ασκητική και ηθική Παράδοση των προγόνων. Υποκινούμενοι από το ψεύτικο ευαγγέλιο του Αντίχριστου, αυτό θα πουν οι οπαδοί του:

Ω, αλίμονο στους άθλιους που έζησαν πριν από αυτούς τους καιρούς! Γιατί έχουν κάνει τη ζωή τους μίζερη με βασανιστικό πόνο, μη γνωρίζοντας, αλίμονο, τη στοργική καλοσύνη του Θεού μας! ( Scivias , σελ. 504).

Αυτός ο αντιπαραδοσιακός τρόπος σκέψης συνοδεύεται στο μυαλό τους από μια ολοκληρωτική διαστροφή των θεολογικών και αποκαλυμμένων διδασκαλιών. Η εικόνα του Θεού, του Δημιουργού του σύμπαντος, είναι βαθιά παραμορφωμένη. Οι αναφορές στη δικαιοσύνη και τη θεία οργή εξαλείφονται. Για όσους ακολουθούν το δόγμα του Αντίχριστου, όχι μόνο ο Θεός είναι αποκλειστικά «ελεήμων», και επομένως δεν είναι ο αληθινός Θεός, αλλά ο σφετεριστής επιδιώκει να αντικαταστήσει τον Θεό, αποκτώντας τη δόξα και τη λατρεία που ανήκουν μόνο στον Σωτήρα μας, Ιησού Χριστό:

Θα αποκτήσει πολλούς ανθρώπους για τον εαυτό του, λέγοντάς τους να κάνουν το θέλημά του ( Scivias , σελ. 504).

Αν αναλογιστούμε τον ωκεανό των αμαρτιών στον οποίο είναι βυθισμένος ο κόσμος σήμερα, συνειδητοποιούμε ότι αυτή είναι η βαθύτερη και πιο συνεκτική εξήγηση της κατάστασης. Η ενθάρρυνση των κατοίκων του μεταμοντέρνου κόσμου να ακολουθήσουν την πορεία της ζωής τους, ικανοποιώντας συνεχώς τη δική τους θέληση, είναι η κινητήρια δύναμη της ταχείας και ωμής παρακμής του δυτικού πολιτισμού και πολιτισμού μας.

Η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή των οραμάτων και των διδασκαλιών της Αγίας Χίλντεγκαρντ για τον Αντίχριστο είναι επίσης η πιο εκπληκτική. Τόσο εκπληκτική που ακόμη και η ίδια η Αγία φαίνεται να φοβάται να το πει ρητά: ο Αντίχριστος είναι, τυπικά, χριστιανός .

Στο πλαίσιο της εκκλησιαστικής ζωής, το αποτέλεσμα της πολιτικής του Αντίχριστου καταγράφει η Αγία Χιλδεγκάρδη όταν αναφέρει « τα μεγάλα σχίσματα που θα έρθουν με τον υιό της απώλειας » ( Scivias , σελ. 510).
Η ικανότητά του να εξαπατά και να χειραγωγεί μέσω της δύναμης των λέξεων, δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση που καλύπτει το μυαλό όσων τον ακούν, είναι τόσο μεγάλη που πολλοί Καθολικοί θα τον ακολουθήσουν. Ως αποτέλεσμα, οι αιρετικές του διδασκαλίες θα προκαλέσουν σχίσματα που θα χωρίσουν αυτόν και τους οπαδούς του από την αληθινή Εκκλησία.

Μακριά από το να θεωρείται, όπως βλέπουμε σε άλλους αγίους Πατέρες και Ιατρούς, εκπρόσωπος άλλης θρησκείας εκτός του Χριστιανισμού, ο Αντίχριστος είναι ασφαλώς επίσημο μέλος της Εκκλησίας. Και δεν φαίνεται να είναι ένα απλό μέλος. Αν αναλογιστούμε τα σχίσματα που αναφέρονται στις προφητείες που αναφέρονται, εμφανίζεται ως υψηλόβαθμος ιεράρχης. Σε κάθε περίπτωση, η χριστιανική ταυτότητα του Αντίχριστου είναι ξεκάθαρα εμφανής στο πιο φρικιαστικό μέρος του οράματος:

Και είδα ξανά τη μορφή μιας γυναίκας που είχα δει πριν μπροστά στο θυσιαστήριο που είναι μπροστά στα μάτια του Θεού. ήταν στο ίδιο μέρος, αλλά τώρα την έβλεπα από τη μέση και κάτω. Και από τη μέση μέχρι το σημείο που υποδηλώνει το θηλυκό, είχε διάφορα φολιδωτά σημεία? και στο τελευταίο μέρος υπήρχε ένα μαύρο και τερατώδες κεφάλι. Είχε μάτια από φωτιά, αυτιά σαν του γαϊδάρου, ρουθούνια και στόμα σαν λιονταριού. άνοιξε τα μάγουλά του και τα φρικτά σιδερένια δόντια του έτριξαν τρομερά. Και από το κεφάλι ως τα γόνατα η φιγούρα ήταν λευκή και κόκκινη, σαν να είχε μελανιάσει από πολλά χτυπήματα. και από τα γόνατα μέχρι τους τένοντες όπου ένωναν τις φτέρνες της, που έμοιαζαν λευκές, ήταν αιμόφυρτη. Και εδώ! Αυτό το τερατώδες κεφάλι κινήθηκε από τη θέση του με ένα τράνταγμα τόσο δυνατό που η φιγούρα της γυναίκας τινάχτηκε σε όλα της τα μέλη. Μια μεγάλη μάζα περιττωμάτων κολλημένη στο κεφάλι. σηκώθηκε σε ένα βουνό και προσπάθησε να ανέβει στο ύψος του ουρανού. Και ιδού, ξαφνικά ήρθε ένας κεραυνός, που χτύπησε αυτό το κεφάλι με τόσο μεγάλη δύναμη που έπεσε από το βουνό και εγκατέλειψε το πνεύμα του στο θάνατο » ( Scivias , σελ. 493).

Η ίδια η Εκκλησία λοιπόν αναπαρίσταται μέσω της εικόνας μιας μεγαλόπρεπης γυναίκας, στην ειδικά γυναικεία περιοχή της οποίας βρίσκεται ένα τερατώδες κεφάλι που συμβολίζει τον Αντίχριστο.
Κάθε λεπτομέρεια αυτού του αποτρόπαιου κεφαλιού είναι σημαντική. Τα αυτιά του γαϊδάρου δείχνουν το πείσμα με το οποίο θα προσκολληθεί στις αιρετικές του διδασκαλίες, το «στρεβλό δόγμα» που θα διαδώσει. Τα ρουθούνια και το στόμα του λιονταριού παραπέμπουν τόσο στη δαιμονική αγριότητα με την οποία θα κομματιάσει την Ορθόδοξη πίστη όσο και στη σωματική και πνευματική βία με την οποία θα διώξει τους αληθινούς Χριστιανούς. Η ανάληψη στους ουρανούς υποδηλώνει την υπερηφάνεια του, η οποία θα πάρει ασύλληπτες διαστάσεις. Η εσωτερική βία - η γυναίκα κλονίζεται σε όλα της τα μέλη - υποδηλώνει τον χωρισμό (ή τον αποκλεισμό;) από την Εκκλησία που θα επέλθει μέσα από τα σχίσματα στα οποία θα προσελκύσει τους οπαδούς της (τη μάζα των περιττωμάτων που προσκολλώνται στο τερατώδες κεφάλι).

Δεν θέλαμε να περιγράψουμε όλες τις λεπτομέρειες των οραμάτων της Αγίας Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν για τον Αντίχριστο. Στόχος μας ήταν να επισημάνουμε μόνο μερικά ιδιαίτερα σημαντικά σημεία, τα οποία συνοψίζουμε ως εξής:

Το δόγμα κατά του Χριστού (διεστραμμένη θεολογία)

Η παραπλανητική δύναμη του Αντίχριστου στοχεύει σε έναν συγκεκριμένο στόχο: να αντικαταστήσει το αυθεντικό Ευαγγέλιο του Κυρίου μας, Ιησού Χριστού, με ένα αντι-Ευαγγέλιο που δικαιολογεί ιδιαίτερα τις σεξουαλικές αμαρτίες.
Μια βασική πτυχή του διεστραμμένου δόγματος του Αντίχριστου είναι η διαστρέβλωση των θεολογικών διδασκαλιών για τον Θεό, από την οποία απουσιάζει η δικαιοσύνη και η θεία τιμωρία (μια εικόνα μέσω της οποίας μπορεί να προσελκύσει μεγάλο αριθμό χριστιανών οπαδών). τον εαυτό του με τον Υπέρτατο Δημιουργό.

Σχίσματα

Η διάδοση του διεστραμμένου δόγματος του Αντίχριστου θα οδηγήσει σε κάποια σχίσματα, τα οποία θα καταλήξουν σε ένα τελικό μεγάλο σχίσμα που θα χωρίσει τον Αντίχριστο και τους οπαδούς του από την Εκκλησία.

Χριστιανικές καταβολές

Ο Αντίχριστος είναι χριστιανικής καταγωγής. Επιπλέον, η ικανότητά του να προκαλεί σχίσματα εντός του εκκλησιαστικού σώματος υποδηλώνει ότι ανήκει στην εκκλησιαστική ιεραρχία.

Στο τέλος, δεν μπορούμε παρά να σας προσκαλέσουμε να ξαναδιαβάσετε και να διαλογιστείτε τα κείμενα της Αγίας Χιλντεγκάρντ, έχοντας κατά νου τα λόγια του Ευαγγελίου του Βασιλιά και Σωτήρα μας, Ιησού Χριστού: « Όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει » ( Ματθαίος 11:15).

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

1 - Χρησιμοποιώ τη μετάφραση των Mother Columba Hart OSB and Jane Bishop, Scivias , Νέα Υόρκη, Paulist Press, 1990.
2 - Παραθέτω τη μετάφραση του Nathaniel M. Campbell, St. Hildegard of Bingen, Book of Divine Works , The Catholic University of America Press, 2018.


ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΕΧΟΥΝ ΑΡΧΙΣΕΙ ΗΔΗ ΝΑ ΔΙΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΑΝΟΙΧΤΑ ΚΑΙ ΑΝΕΝΟΧΛΗΤΑ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ, ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟ, ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΔΕΙΧΝΕΙ ΟΤΙ ΘΑ ΥΠΟΚΥΨΟΥΝ ΠΟΛΛΟΊ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗ ΠΛΑΝΗ.

Eric Voegelin - Οι “νόμοι” του Πλάτωνος - Κεφάλαιο 1ο : Ορισμένες παρανοήσεις σχετικά με τους "Νόμους"

 KATA ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ (ΤΟ ΑΝΤΙΦΩΝΟ ΤΟΥ ΣΟΡΟΣ)

Eric Voegelin

Τάξη και Ιστορία

Τόμος ΙΙΙ

Πλάτων και Αριστοτέλης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ - Οι “νόμοι”

Όταν ο Πλάτων πέθανε το 347, άφησε ημιτελές το τελευταίο του έργο, τους Νόμους. Αν και τυπικά ολοκληρωμένοι μέχρι την τελευταία λέξη, οι Νόμοι έχουν κάποιες υφολογικές ατέλειες και κάποιες οριακές αντιφάσεις που υποδηλώνουν την έλλειψη μιας τελικής αναθεώρησης. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να επιδεινωθεί το πρόβλημα, αν και πρέπει να παραδεχτούμε ότι πρόκειται για μια περίσταση που προκαλεί μια κάποια δυσαρέσκεια, αφού δεν είναι γνωστό σε ποιο βαθμό μια επέμβαση βελτίωσης ορισμένων λεπτομερειών και περιπλοκών θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της γενικής δομής του έργου. Όπως και να έχει, το να μιλάμε για την κατάσταση στην οποία έφτασε το έργο σαν να επρόκειτο για ένα είδος "πρώτου προσχεδίου", όπως έγινε από πολλές πλευρές, φαίνεται εντελώς αδικαιολόγητο. Αν αναφέρουμε το πρόβλημα, είναι επειδή οι υφολογικές επιφυλάξεις για τους Νόμους προστέθηκαν στον ήδη μεγάλο αριθμό επικρίσεων που είχαν ασκηθεί στο σύνολο του ύστερου έργου του Πλάτωνα. Και, όπως και στην περίπτωση του διαλόγου "Πολιτικός", έτσι και εδώ ένα πλέγμα παρανοήσεων τυποποιήθηκε σε σημείο που να σχηματίζει ένα εμπόδιο που -αν και έχει πρόσφατα διαβρωθεί- συνεχίζει να εμποδίζει την επαρκή ερμηνεία του έργου αυτού. Το πρώτο μας καθήκον θα είναι επομένως να απομακρύνουμε τα εμπόδια που εξακολουθούν να στέκονται στο δρόμο μιας κριτικής ανάλυσης των Νόμων.

1. Ορισμένες παρανοήσεις σχετικά με τους "Νόμους"

Η πρώτη από τις κατηγορίες στρέφεται κατά του ύφους του έργου. Λέγεται ότι το έργο είναι μακρόσυρτο, φλύαρο, γεμάτο παρεκκλίσεις και κακώς οργανωμένο και ότι, από τον τρόπο που αντιμετωπίζονται τα προβλήματα, διαρρέει η ακαμψία της μεγάλης ηλικίας. Τέλος, εκφράζεται η λύπη ότι ο Πλάτων είχε πλέον χάσει τη δημιουργική δύναμη που είχε επιδείξει στη "Πολιτεία". Σε αυτού του είδους την κριτική μπορεί κανείς να απαντήσει ότι, με εξαίρεση μερικές μικρές ελλείψεις που οφείλονται στην έλλειψη τελικής αναθεώρησης, τα υπόλοιπα είναι εντελώς αδικαιολόγητες κατηγορίες. Είναι αλήθεια ότι οι Νόμοι είναι καρπός του γήρατος, αλλά όχι με την έννοια ότι από αυτούς πηγάζει αδυναμία ή παρακμή. Αντίθετα, εκπέμπουν την ωριμότητα του ύφους που χαρακτηρίζει εκείνα τα υψηλά πνεύματα που διατηρούν ακέραια τη ζωτικότητά τους μέχρι το τέλος: έχει επιτευχθεί το σημείο όπου το θέµα είναι πλέον εξ ολοκλήρου στη διάθεση του δασκάλου, η διαδικασία της δημιουργίας μοιάζει να γίνεται αβίαστα και η σύµπραξη έκφρασης και περιεχομένου είναι τόσο στενή που ο δημιουργός σχεδόν εξαφανίζεται πίσω από ένα δημιούργημα που μοιάζει με αυθόρμητη ανάπτυξη.

Αν και οι κατηγορίες είναι αδικαιολόγητες, έχουν ωστόσο μια προφανή αιτία, καθώς οι επικριτές δεν έχουν κατανοήσει καθόλου την τυπική οργάνωση των Νόμων. Μπορούμε κατ' αρχάς να χαρακτηρίσουμε αυτό το πρόβλημα της μορφής ως τη μετάβαση από μια εξωτερική οργάνωση του υλικού, μέσω διαιρέσεων και περαιτέρω υποδιαιρέσεων, σε μια εσωτερική οργάνωση μέσω της επανάληψης κυρίαρχων μοτίβων σε μια ροή συνειρμών. Οι Νόμοι παρουσιάζουν μόνο μία κύρια διαίρεση - αυτή που διαχωρίζει τα τρία πρώτα βιβλία από τα υπόλοιπα εννέα. Η διαίρεση αυτή εκπληρώνει ακριβώς τον σκοπό της παροχής ενός είδους άρθρωσης μέσω ορισμένων κυρίαρχων μοτίβων, δεδομένου ότι στα τρία πρώτα βιβλία τα μοτίβα αυτά αναπτύσσονται, ενώ στα βιβλία IV έως XII εφαρμόζονται στην έκθεση των νόμων της πόλις. Κατά τη διάρκεια αυτών των εννέα βιβλίων, η θεματολογία οργανώνεται σύμφωνα με μια λίγο πολύ συστηματική σειρά -από την επιλογή του τόπου και του πληθυσμού της πόλης, μέχρι τους κοινωνικούς θεσμούς, τη δικαστική εξουσία, την εκπαίδευση, τις γιορτές, το αστικό και το ποινικό δίκαιο- αλλά αυτή η συστηματική σειρά υποτάσσεται στη σειρά που παρέχουν τα κυρίαρχα μοτίβα. Η κορύφωση αυτής της εσωτερικής οργάνωσης επιτυγχάνεται στο Βιβλίο VII (για την εκπαίδευση) και στο Βιβλίο X (για τη θρησκεία), όπου επανέρχονται τα μοτίβα που διατυπώθηκαν στο Βιβλίο I, δηλαδή με το σύμβολο του Θεού που, προσηλωμένος στο παιχνίδι της τάξης και της ιστορίας, χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως μαριονέτα του. Μόλις γίνει κατανοητή αυτή η οργάνωση, η ανάγνωση των Νόμων γίνεται μια συναρπαστική εμπειρία. Συνδέοντας αλυσίδες σκέψεων που εξαρτώνται από τα κυρίαρχα σύμβολα, ο Πλάτων έχει εκχύσει την ώριμη σοφία του για τα προβλήματα του ανθρώπου σε μια πολιτική κοινωνία. Στο εύρος της, αυτή η σούμα του ελληνικού βίου αγκαλιάζει τις συνέπειες του Τρωικού πολέμου και της δωρικής εισβολής, αναλύει την αποτυχία της δωρικής βασιλείας με στρατιωτικό αποτύπωμα και τη φρίκη της αθηναϊκής θεατροκρατίας, προβληματίζεται για τις συνέπειες της εκπαίδευσης των χαρεμιών στους Πέρσες βασιλείς, τη διατήρηση των καλλιτεχνικών μορφών στην Αίγυπτο, τις συνέπειες του Διαφωτισμού και την ανακριτική εφαρμογή ενός δόγματος, το ήθος των μουσικών κλιμάκων καθώς και για το ότι το να ψαρεύεις ως άθλημα είναι ανεπιθύμητοΣε ορισμένους κριτικούς, όλοι αυτοί οι συνειρμοί μπορεί να φαίνονται ως ένα ξέσπασμα παρεκκλίσεων· σε εμάς φαίνεται ότι δεν υπάρχει νεκρή γραμμή στο έργο, με την έννοια ότι κάθε γεγονός και κάθε επιχείρημα που παρατίθεται εκπληρώνει τον σκοπό του, προσθέτοντας κάτι επιπλέον στο απέραντο πανόραμα της ανθρώπινης ζωής σε όλες τις εκφάνσεις της, από τη γέννηση έως τον θάνατο.

Υπάρχουν δύο άλλες παρανοήσεις που δεν αξίζουν παρά μια σύντομη αναφορά. Στους Νόμους ο Πλάτων εκφράζει επαρκώς τη θρησκευτική του θέση· η πόλις της οποίας την ίδρυση και οργάνωση περιγράφει μπορεί να χαρακτηριστεί ως θεοκρατικό κράτος. Στη φιλελεύθερη εποχή, ένα έργο αυτού του είδους ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσε επιφυλάξεις στους μελετητές για τους οποίους ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους αποτελούσε θεμελιώδες δόγμα και για τους οποίους μια θεωρία της πολιτικής έπρεπε να ορίζεται με όρους κοσμικού κράτους. Η φιλελεύθερη προκατάληψη επιμένει ακόμη και σε ορισμένες πιο πρόσφατες ερμηνείες των Νόμων. Ο Πλάτων θα ήταν στην καλύτερη περίπτωση "αντιδραστικός", στη χειρότερη "ολοκληρωτικός", λόγω των διατάξεων που κάνει για την επιβολή των θρησκευτικών πεποιθήσεων και των ποινών που επιβάλλονται σε αντιθρησκευτικές εκφράσεις. Άλλοι πάλι βρίσκουν ελαφρυντικά στην προχωρημένη ηλικία του Πλάτωνα: όταν ένας άνθρωπος γερνάει, είναι γνωστό ότι γίνεται πιο θρησκευόμενος, οπότε ένα συμπονετικό πέπλο πρέπει να πέσει πάνω από την αδυναμία ενός κατά τα άλλα σπουδαίου μυαλού. Το ότι δεν πρέπει να προσεγγίζει κανείς τα προβλήματα του Πλάτωνα από μια τέτοια δογματική θέση είναι προφανές και δεν αξίζει να το συζητήσουμε περαιτέρω.

Μια δεύτερη στοιχειώδης παρανόηση αποκρυσταλλώνεται στον ισχυρισμό ότι οι Νόμοι θα ήταν μια πραγματεία για τη "νομολογία". Η εικασία αυτή δεν είναι εντελώς λανθασμένη: στην πραγματικότητα, οι Νόμοι περιέχουν ορισμένα τμήματα που θα έπρεπε να κατατάσσονται στη νομολογία σύμφωνα με τη σύγχρονη έννοια της λέξης· και μπορεί μάλιστα να υποστηριχθεί ότι η συμβολή του Πλάτωνα στην πρόοδο του ποινικού δικαίου και στη βελτίωση των νομικών διαδικασιών δεν έχει λάβει ακόμη την προσοχή που της αξίζει. Η εικασία αυτή καθίσταται εσφαλμένη, ωστόσο, όταν ο συγκεκριμένος ισχυρισμός αποσκοπεί στο να αποδώσει την ιδέα ότι οι Νόμοι στο σύνολό τους αποτελούν μια πραγματεία για τα θέματα αυτά. Το σφάλμα προκαλείται εν μέρει από τη μετάφραση του ελληνικού νόμοι ως "laws", υπονοώντας έτσι ότι η λέξη έχει την ίδια σημασία στον Πλάτωνα με τη σύγχρονη νομική θεωρία. Ωστόσο, ο νόμος του Πλάτωνα είναι ένας όρος βαθιά διαποτισμένος με τον μύθο της φύσης και έχει ένα εύρος νοήματος που περιλαμβάνει την κοσμική τάξη, τις τελετουργικές γιορτές και τις μελωδικές μουσικές μορφές. Αν υποθέσουμε ότι πρόκειται για μια πραγματεία για τη "νομολογία" (τη "νομική επιστήμη") σημαίνει ότι αγνοούμε όλο αυτό το εύρος των εννοιών και αναπόφευκτα καταστρέφουμε την ουσία της σκέψης του Πλάτωνα. Μια ουσία που αποφεύγεται - και εδώ βρισκόμαστε στο δεύτερο λάθος αυτής της ομάδας - από τις εκκοσμικευμένες τάσεις των σύγχρονων ιστορικών και την απροθυμία τους να ακολουθήσουν τον Πλάτωνα σε μια θεωρία της πολιτικής που βασίζει την τάξη της κοινότητας στην αρμονία με το θεϊκό μέτρο.

Μια τρίτη ομάδα λανθασμένων εκτιμήσεων αφορά ένα πιο περίπλοκο πρόβλημαΑφορά τον χαρακτηρισμό των Νόμων από τον Πλάτωνα ως το δεύτερο καλύτερο σχέδιο για την πόλινΑκούγεται ότι ο Πλάτωνας στη Πολιτεία είχε συλλάβει το σχέδιό του για την ιδανική πολιτεία - ένα σχέδιο που αποδείχθηκε εντελώς μη ρεαλιστικό και του οποίου τον ουτοπικό χαρακτήρα ο ίδιος είχε αρχίσει να αναγνωρίζει - και ότι στους Νόμους θα ανέπτυσσε τελικά ένα ιδανικό που θα λάμβανε υπόψη του τουλάχιστον κάποιες από τις απαιτήσεις/ανάγκες της ανθρώπινης φύσης. Οι Νόμοι, τέλος, θα διακρίνονταν από τη Πολιτεία από την εγκάρδια αναγνώριση των ιστορικών παραδόσεων και εθίμων, καθώς και από την αναγκαιότητα των νομικών θεσμών. Ενώ η Πολιτεία στόχευε ακόμη σε κάτι που έμοιαζε με μια δικτατορική κυβέρνηση χωρίς νόμους, οι Νόμοι, από την άλλη πλευρά, αντιπροσωπεύουν την πιο ώριμη αντίληψη μιας συνταγματικής κυβέρνησης που τίθεται υπό την αιγίδα των νόμων. Σε αυτές τις αξιολογήσεις απηχεί κανείς ακόμη και μια κάποια ικανοποίηση για το ότι ο Πλάτων θα έπρεπε τελικά να εγκαταλείψει τις ιδεαλιστικές του απαιτήσεις και να κατέβει στο επίπεδο στο οποίο οι πιο συγκεκριμένοι και πιο έμπειροι σημερινοί σύντροφοί/συναγωνιστές του κάνουν την καθημερινή τους δουλειά στο πλαίσιο της πολιτικής επιστήμης.

Για να διαλύσουμε όλες αυτές τις παρεξηγήσεις, θα ξεκινήσουμε από το σημείο που συζητήσαμε προηγουμένως ότι η καλή πόλις δεν είναι μια ιδανική πολιτεία, μια ιδανική κατάσταση· και ότι πράγματι στο πλατωνικό πλαίσιο ο όρος "ιδανική/ιδεατή" δεν έχει νόημα. Η Ιδέα για τον Πλάτωνα είναι η πραγματικότητα, η οποία μπορεί να ενσαρκωθεί λίγο-πολύ στην προικισμένη με ιστορική ύπαρξη πόλιν. Μόλις γίνει αντιληπτό αυτό το σημείο, το πρόβλημα του "συμβιβασμού με την πραγματικότητα" πρέπει να επαναδιατυπωθεί. Ένας συμβιβασμός υπονοείται ασφαλώς στην έννοια του δεύτερου καλύτερου σχεδίου, αλλά πρόκειται για έναν συμβιβασμό που αφορά τον βαθμό έντασης και καθαρότητας με τον οποίο η ιδέα μπορεί να ενσαρκωθεί σε ένα δύσκολο υλικό. Η ιδέα εξακολουθεί να παραμένει η πραγματικότητα, και η άριστη πόλις της Πολιτείας παραμένει το πρώτο καλύτερο, αλλά η ανθρώπινη πρώτη ύλη -που από μόνη της δεν είναι καθόλου πραγματικότητα- μπορεί να αποδειχθεί περισσότερο ή λιγότερο ικανή να ενσαρκώσει την πραγματικότητα της ιδέας. Αν αποδειχθεί άριστη (εξαιρετικά κατάλληλη), τότε θα έχει κανείς εκείνο το επίπεδο πραγμάτωσης της ιδέας που περιγράφεται στην Πολιτεία, διαφορετικά, αν αποδειχθεί λιγότερη κατάλληλη, θα έχει τουλάχιστον το επίπεδο πραγμάτωσης των Νόμων. Σε περίπτωση που είναι ακόμη χειρότερα, ο Πλάτων προβλέπει ακόμη ένα τρίτο και ένα τέταρτο επίπεδο πραγμάτωσης. Θα συζητήσουμε το ζήτημα αυτό πιο διεξοδικά στη συνέχεια, αλλά πριν από αυτό είναι απαραίτητο να διευκρινίσουμε μια ακόμη πτυχή αυτής της παρεξήγησης. 

Το σχέδιο μιας δεύτερης καλύτερης πολιτείας φαίνεται να συνεπάγεται τη μετάβαση από το ιδεώδες της δικτατορίας που ασκεί ο φιλόσοφος-βασιλιάς σε αυτό της κυβέρνησης των νόμων, που ασκείται με τη συνταγματική συναίνεση του λαού. Σε αυτή την ανάγνωση κρύβεται μια σειρά από παρεξηγήσεις που πρέπει να επιλυθούν.

Πρώτον, οι νόμοι στους οποίους ο λαός υποτίθεται ότι συναινεί δεν είναι οι νόμοι που αρέσουν στον λαό, ούτε φτιάχνονται από τον λαό. Είναι πάντα οι νόμοι του φιλοσόφου, οι νόμοι που έχει δώσει ο Πλάτων στην πόλιν. Άλλοι νόμοι που θα μπορούσαν ενδεχομένως να αρέσουν περισσότερο στο λαό δεν θα χαρακτήριζαν τη δεύτερη καλύτερη πόλιν, ούτε καν την τρίτη ή τέταρτη καλύτερη πόλιν· πράγματι, δεν θα χαρακτήριζαν καμία πόλιν που θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αποτελεί σε κάποιο βαθμό πραγμάτωση της ιδέας. Μια συνταγματική κυβέρνηση που αγνοεί το πνεύμα του νόμου/των νόμων δεν είναι για τον Πλάτωνα κάτι πραγματικό, αλλά η διαφθορά της πραγματικότητας.

Δεύτερον, η έννοια της μετάβασης από μια δικτατορική κυβέρνηση που ασκείται από τον φιλόσοφο-βασιλιά σε μια κυβέρνηση που ασκείται μέσω νόμων και με τη συναίνεση του "λαού" αγνοεί το πραγματικό περιεχόμενο τόσο της Πολιτείας όσο και των Νόμων. Οι Νόμοι δεν αντιπροσωπεύουν έναν συμβιβασμό με έναν λαό που προηγουμένως υπόκειτο σε ένα δικτατορικό καθεστώς και τώρα σε ένα καθεστώς νόμου, σε ένα κράτος δικαίου. Ο Πλάτων λυπάται όχι τόσο που δεν μπορεί να βρει έναν λαό έτοιμο να υποταχθεί, αλλά που δεν μπορεί να βρει έναν φιλόσοφο-βασιλιά ικανό να κυβερνήσει. Αν συγκρίνει κανείς την κοινωνική διαστρωμάτωση των Νόμων με εκείνη της Πολιτείας, διαπιστώνει μια κλιμάκωση της ποιότητας των κοινωνικών στρωμάτων σε σχέση με την ικανότητά τους να ενσαρκώσουν την ιδέα. Στο μεταγενέστερο έργο, η κοινοτική οργάνωση των φυλάκων της Πολιτείας έχει εξαφανιστεί, και το υψηλότερο κοινωνικό στρώμα σχηματίζεται πλέον από πολίτες που είναι μικροϊδιοκτήτες γης. Κατά συνέπεια, η οικονομική τάξη των αγροτών της Πολιτείας και των τεχνιτών των Νόμων έχει εξαφανιστεί και έχει αντικατασταθεί από δούλους και ξένους κατοίκους. Σε διαγραμματικό επίπεδο, προκύπτει η ακόλουθη εικόνα:

Πολιτεία           Νόμοι

1. φύλακες                     1.-

2. οικονομική τάξη     2. ελεύθεροι πολίτες

3.-             3. δούλοι και αλλοδαποί κάτοικοι

Αν ο Πλάτων είχε καταργήσει τη δουλεία στην Πολιτεία, την επανέφερε στους Νόμους. Αυτή η αλλαγή σε θεσμικό επίπεδο απεικονίζει καλύτερα την υποβάθμιση των επιπέδων πραγμάτωσης. Ο Πλάτων δέχεται πλέον στην κοινωνία ένα στρώμα που είχε θεωρήσει ακατάλληλο ακόμη και για το επίπεδο εκπαίδευσης και στοιχειώδους μόρφωσης που ήταν προνόμιο των κοινών ελεύθερων πολιτών της Πολιτείας. Κατά συνέπεια, είχε χάσει την ελπίδα ότι θα μπορούσε να βρει άνδρες που θα μπορούσαν να γίνουν φύλακες, σε επαρκή αριθμό για να αποτελέσουν την άρχουσα τάξη μιας πόλις.

Τέλος, πρέπει να εξετάσουμε την υπόθεση ότι ο Πλάτωνας εξέλιξε τη σκέψη του από τη "δικτατορική" ιδέα της Πολιτείας σε εκείνη της "κυριαρχίας των νόμων" στο μεταγενέστερο έργο του. Για καθαρά βιογραφικούς λόγους, είναι εξαιρετικά απίθανο μια τέτοια εξέλιξη να είχε ποτέ πραγματοποιηθεί. Πίσω από μια υπόθεση σχετικά με μια τέτοια εξέλιξη δεν κρύβεται τίποτα περισσότερο από την εξίσου αυθαίρετη υπόθεση ότι πρέπει να έχει σημειωθεί μια χρονική εξέλιξη μεταξύ δύο ιδεών, δεδομένου ότι οι ημερομηνίες των αντίστοιχων δημοσιεύσεών τους απέχουν μεταξύ τους σημαντικό αριθμό ετών. Στην περίπτωση του Πλάτωνα, μπορούμε να βεβαιώσουμε, με βάση βιογραφικές πληροφορίες, ότι η στιγμή που συνελήφθη μια ιδέα δεν αντιστοιχούσε κατ' ανάγκη στη στιγμή που εκφράστηκε σε ένα εξώτερο έργο. Ομοίως, από την Έβδομη Επιστολή μαθαίνουμε ότι η ιδέα του φιλοσόφου-βασιλιά είχε αρχίσει να διαπλέκεται με εκείνη της "διακυβέρνησης των νόμων" τουλάχιστον από τότε που ο Δίων παρακάλεσε τον Πλάτωνα να έρθει στις Συρακούσες, και πιθανότατα η διαπλοκή των δύο ιδεών δεν έγινε για πρώτη φορά με τη συγκεκριμένη ευκαιρία, το 367, αλλά προηγήθηκε μια περίοδος κύησης για τη διάρκεια της οποίας μπορούμε μόνο να υποθέσουμε. Εν πάση περιπτώσει, στην Έβδομη Επιστολή ο Δίων χαρακτηρίζεται ως εκείνος που θα μπορούσε να συγκεντρώσει τη φιλοσοφία και την εξουσία στο πρόσωπό του (335D)· και η κυβέρνηση του φιλοσόφου-βασιλιά χαρακτηρίζεται ως η εγκαθίδρυση μιας τάξης στην οποία κάθε άνθρωπος μπορεί να επιτύχει την ευτυχία οδηγώντας τη ζωή του στο φως της δικαιοσύνης, είτε κατέχει ο ίδιος αυτή τη δικαιοσύνη είτε η καθοδήγηση των αγίων ανθρώπων έχει θρέψει και διαμορφώσει τα ήθη του και τις συνήθειές του στο δρόμο της δικαιοσύνης (335D). Πώς όμως ο φιλόσοφος-βασιλιάς εγκαθιδρύει αυτή την τάξη; Καταφεύγοντας σε όλα τα μέσα για να θέσει τους πολίτες υπό την πειθαρχία των καλύτερων και κατάλληλων νόμων (336A). Οι νόμοι αυτοί δεν θα αποτελούνται απλώς από έναν κώδικα νομικών κανόνων και κυρώσεων. Οι ίδιες οι νομικές διατάξεις θα εισάγονται από λόγους, τα προοίμια, που θα καθιστούν σαφή τα θεολογικά και ηθικά θεμέλια των κανόνων. Χάρη στα προοίμια, οι νόμοι θα γίνουν το εργαλείο για την εκπαίδευση των πολιτών. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η ιδέα των προοιμίων, ή η λογοτεχνική μορφή που θα λάβουν οι Νόμοι, μέσω των οποίων ο Πλάτων εκφράζει τη σκέψη του χρησιμοποιώντας μεγάλες συστηματικές παρεκκλίσεις, είχε ήδη συλληφθεί την εποχή της εμπλοκής του στις υποθέσεις των Συρακουσών. Στην Τρίτη επιστολή, που απευθύνεται στον Διονύσιο και χρονολογείται γύρω στο 365, ο Πλάτων υπενθυμίζει στον τύραννο την προπαρασκευαστική εργασία που είχαν κάνει για να συντάξουν τα προτάγματα των νόμων των Συρακουσών το 367 (316Α). Είναι επίσης εξαιρετικά απίθανο, όπως υποδείξαμε προηγουμένως, ο Πλάτων να μην είχε ήδη συλλάβει αυτή την ιδέα πριν από αυτή την ημερομηνία.

Επομένως, από την αρχή η ιδέα του φιλοσόφου-βασιλιά πρέπει να ήταν πολύ πιο ευέλικτη από ό,τι θα μπορούσε να φανεί μόνο από την Πολιτεία. Ενώ στην Πολιτεία, οι φύλακες θεωρούνται αρκετά πολυάριθμοι ώστε να σχηματίζουν μια άρχουσα τάξη ικανή να παράσχει το στρατό, φαίνεται ότι στον Πλάτωνα πέρασε από το μυαλό του η επίσης προφανής πιθανότητα να μην επαρκεί ο αριθμός τους. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να προσπαθήσει να προσδιορίσει τις παραλλαγές της πραγμάτωσης της ιδέας (καλύτερη, δεύτερη καλύτερη κ.ο.κ.) αναφερόμενος στον αριθμό των ανθρώπων που θα μπορούσαν πράγματι να αποκαλούνται νομός έμψυχος. Αν ο αριθμός τους είναι επαρκής, μια ολόκληρη άρχουσα τάξη της πόλης μπορεί να θεωρηθεί νομός έμψυχος, σύμφωνα με το σχέδιο της Πολιτείας. Εάν ο αριθμός τους, από την άλλη πλευρά, είναι πολύ μικρός, οι πολίτες μιας πόλις μπορούν να εφαρμόσουν την ιδέα μόνο με τη δευτερεύουσα μορφή συνηθειών που ενσταλάζονται μέσω της εκπαίδευσης και υποστηρίζονται διαρκώς από νομικούς θεσμούς, οι οποίοι στην πραγματικότητα αποτελούν μια πραγματεία για τη ζωή μιας πόλις που ζει σύμφωνα με τον Θεό. Στη δομή αυτής της "δεύτερης" πραγμάτωσης της ιδέας, ο φιλόσοφος-βασιλιάς εισέρχεται μόνο ως νομοθέτης και συγγραφέας των προοιμίων. Αυτός ακριβώς θα ήταν ο ρόλος που θα έπρεπε να παίξει ο ίδιος ο Πλάτωνας στην προσπάθεια μεταρρύθμισης του Συρακουσιανού πολιτεύματος, και είναι ακριβώς ο ρόλος που παίζει στους Νόμους, όπου, με τη μορφή του Αθηναίου ξένου, καθοδηγεί τους νομοθέτες της πόλης της Μαγνησίας σχετικά με τις αρχές πάνω στις οποίες θα έπρεπε να προσπαθήσουν να οικοδομήσουν το πολίτευμά τους, ενώ οι μελλοντικοί πολίτες της αποικίας δεν θα είχαν άλλη επιλογή από το να συναινέσουν.

Υπό το πρίσμα μιας τέτοιας ευέλικτης αντίληψης του ρόλου του φιλοσόφου-βασιλιά στην πόλιν, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν η μετάβαση από τη Πολιτεία στους Νόμους θα πρέπει πράγματι να χαρακτηριστεί ως μετάβαση από μια δικτατορική μορφή διακυβέρνησης σε μια βασισμένη στο νόμο. Έχει επισημανθεί επανειλημμένα ότι η πόλις της Πολιτείας δεν είναι σε καμία περίπτωση "άνομη", όπως συχνά υποστηρίζεται. Στην πραγματικότητα, περιέχει τόσο συνταγματικό δίκαιο όσο και έναν αξιοσημείωτο κώδικα αστικών νόμων. Η αντίληψη ότι στο έργο του Πλάτωνα υπάρχει μια "εξέλιξη" και μια "ωρίμανση" προς την αναγνώριση μιας συνταγματικής διακυβέρνησης που διέπεται από νόμους θα πρέπει να παραμεριστεί. Μάλλον στο επίπεδο της εμπειρίας πρέπει να διακρίνουμε τη διαφορά μεταξύ των δύο μοντέλων. Η Πολιτεία γράφτηκε με βάση την υπόθεση ότι το κυρίαρχο στρώμα της πολιτείας αποτελείται από ανθρώπους στις ψυχές των οποίων η τάξη της ιδέας μπορεί να γίνει τόσο πλήρως αντιληπτή ώστε, από το ίδιο το γεγονός της ύπαρξής τους, θα αποτελέσουν την πηγή της τάξης της πολιτείας.

Οι Νόμοι, από την άλλη πλευρά, έχουν γραφτεί με την υπόθεση ότι η ομάδα των ελεύθερων πολιτών θα αποτελείται από ανθρώπους που μπορεί να εκπαιδευτούν από έναν κατάλληλο οδηγό για να ζήσουν μια ζωή αρετής, αλλά οι οποίοι από μόνοι τους είναι ανίκανοι να αναπτύξουν υπαρξιακά μέσα τους την πηγή της τάξης, και επομένως χρειάζονται τη συνεχή πειθώ που εκφράζεται στα προτάγματα καθώς και τις κυρώσεις που επιβάλλονται από το νόμο για να μην παρεκκλίνουν από το στενό μονοπάτιΣυμπερασματικά, μπορεί να ειπωθεί ότι τόσο η Πολιτεία όσο και οι Νόμοι παρέχουν νομικούς θεσμούς για μια πολιτική κοινωνία, αλλά ότι τους παρέχουν σε δύο διαφορετικούς τύπους πολιτών· η διαφορά επιπέδου μεταξύ της "καλύτερης" και της "δεύτερης καλύτερης" πόλις δίνεται από την ποιότητα των ανθρώπων που έχει κατά νου ο Πλάτων ως δοχεία της ιδέας.

Εδώ ολοκληρώνουμε την εξέταση των παρανοήσεων που κυκλοφορούν, και ιδίως εκείνων που αφορούν τη δεύτερη καλύτερη πόλι. Ωστόσο, δεν μπορούμε να κλείσουμε αυτή την ενότητα παραλείποντας να συμβουλευτούμε την αυθεντία που συνήθως αγνοείται σε όλο αυτό το συνονθύλευμα αντικρουόμενων απόψεων, δηλαδή τον ίδιο τον Πλάτωνα. Στους Νόμους έγραψε μια σελίδα (739Β- 740Α) για την έννοια του όρου καλύτερη πόλις και δεύτερη καλύτερη πόλις. 'Η καλύτερη πόλις, σύνταγμα και σύστημα νόμων' υπάρχει όταν οι πολίτες διαπνέονται από την αρχή ότι μεταξύ φίλων όλα τα πράγματα είναι κοινά. Αυτό σημαίνει ότι "οι γυναίκες, τα παιδιά και όλα τα υπάρχοντα" πρέπει να είναι κοινά· ότι τα πράγματα που από τη φύση τους είναι ιδιωτικά, όπως τα μάτια, τα αυτιά και τα χέρια, πρέπει να φαίνεται ότι βλέπουν, ακούν και ενεργούν από κοινού· ότι όλοι πρέπει να εγκρίνουν και να καταδικάζουν από κοινού και να αισθάνονται χαρά ή λύπη στις ίδιες περιπτώσεις. Αν οι νόμοι μιας πολιτείας την ενώνουν τόσο πολύ με αυτή την έννοια, τότε θα έχετε την πολιτεία που είναι "αληθέστερη, καλύτερη και άριστη εν τη αρετή" από οποιαδήποτε άλλη που έχει οικοδομηθεί με διαφορετική αρχή. Εάν ποτέ υπάρξει μια τέτοια πόλις "όπου ζουν θεοί ή παιδιά θεών, είτε πολλοί είτε μόνο ένας", τότε οι πολίτες θα έχουν επιτύχει μια αυθεντικά ευτυχισμένη ζωή. Δεν πρέπει να αναζητά κανείς αλλού ένα πρότυπο πολιτεύματος, αλλά να προσκολλάται μόνο σε αυτό και να προσπαθεί να το πλησιάσει όσο το δυνατόν περισσότερο στη διαμόρφωση ενός πολιτεύματος, στην κατασκευή ενός συντάγματος. Το σύνταγμα που συζητούν οι συνομιλητές των Νόμων θα είναι, αν ποτέ υλοποιηθεί, το πιο κοντινό στο πρότυπο: επομένως θα είναι όσο το δυνατόν "πιο κοντά στην αθανασία" και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να αποκαλείται το δεύτερο καλύτερο.

Μετά από αυτές τις διευκρινίσεις, ο Πλάτων συνεχίζει αμέσως να αναπτύσσει τον καταμερισμό της ιδιοκτησίας στη δεύτερη καλύτερη πόλις (740). Η γη και τα σπίτια θα πρέπει να διανέμονται μεταξύ των πολιτών. Δεν θα πρέπει να καλλιεργούν τη γη από κοινού - καθώς αυτό θα ήταν εκτός του πεδίου αυτού που υποθέσαμε ότι είναι "η καταγωγή τους, ο τρόπος αναπαραγωγής τους και η εκπαίδευσή τους". Ωστόσο, αφού πραγματοποιηθεί η διανομή, οι ιδιοκτήτες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα οικόπεδά τους δεν είναι παρά τμήματα της κοινής ουσίας της πόλις κ.ο.κ.

Αυτά τα αποσπάσματα είναι υπεραρκετά για να φωτίσουν το πρόβλημα.
 Η τάξη της καλύτερης πόλις προϋποθέτει ότι έχει αποδοθεί σε μια κοινότητα φιλέων, δηλαδή ανθρώπων που συνδέονται με έναν υπαρξιακό δεσμό, τη φιλία. Μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση μπορεί να πραγματωθεί η αληθινή ΚΟΙΝΩΝΙΑ η οποία δεν είναι αυτή των γυναικών, των παιδιών και των περιουσιών, αλλά είναι η ΚΟΙΝΩΝΙΑ του ήθους και του πάθους. Όμως οι άνθρωποι που είναι ικανοί να είναι αληθινά φίλοι είναι σπάνιοι, τόσο σπάνιοι που ο Πλάτων μιλάει γι' αυτούς ως "θεούς ή γιους θεών". Μόνο όταν, με κάποιο θαύμα, τέτοια ημι-θεϊκά όντα θα ζούσαν σε μια πόλιν, θα μπορούσε η ζωή της να διαταχθεί από τους νομούς (739D) που επικαλείται η Πολιτεία. Κατά κανόνα, πρέπει να υποθέσουμε ότι έχουμε να κάνουμε με ανθρώπινο υλικό κάπως διαφορετικής φύσης (γένεση), και για να διατάξουμε την κοινωνική ζωή των πιο συνηθισμένων ανθρώπινων όντων πρέπει να αρκεστούμε σε νόμους που χαρακτηρίζονται ως "δευτεροβάθμιοι".

Αλλά αυτή η δεύτερη-καλύτερη τάξη συνδέεται στενά με την πρώτη-καλύτερη, εφόσον η ιδέα της υπαρξιακής κοινότητας που εκφράζεται στους νομούς 
τής πρώτης τάξης πρέπει να εκφράζεται και στους νομούς τής δεύτερης τάξης. Θα πρόκειται απλώς για μια διαφορά στην ένταση, και η δεύτερη τάξη θα ενσωματώνει τόση ουσία της πρώτης όσης θα επιτρέπει ένα ασθενέστερο ανθρώπινο δοχείο.